Το 1985 ένας αμερικανός συγγραφέας εξέδωσε το «απόλυτο αντι-γουέστερν», ένα
βιβλίο που περιέγραφε με ανατριχιαστική ωμότητα την κτηνωδία του Φαρ
Ουέστ.Ο «Ματωμένος μεσημβρινός» (Blood Meridian) του Κόρμακ ΜακΚάρθι εκδόθηκε πριν από σχεδόν 30 χρόνια και βασίζεται σε
ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν στα μέσα του 19ου αιώνα.* Η αφήγηση του
ΜακΚάρθι περιστρέφεται γύρω από την αιματοβαμμένη (κυριολεκτικά) δράση
μιας συμμορίας μισθοφόρων, με επικεφαλής τον Τζον Τζόελ Γκλάντον, που
αναλαμβάνει να εξολοθρεύσει όσο το δυνατόν περισσότερους Ινδιάνους, στις
παραμεθόριες περιοχές του Τέξας και του Μεξικού. Ο κριτικός
Χάρολντ Μπλουμ έχει συγκρίνει το βιβλίο με το Μόμπι Ντικ
του Χέρμαν Μέλβιλ και το έχει χαρακτηρίσει ένα από τα 20 καλύτερα
μυθιστορήματα της αμερικανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα, «το απόλυτο
γουέστερν», ως μια αισθητική τελειοποίηση του είδους έξω από τις
οποιεσδήποτε χολιγουντιανές (και παραπλανητικές εν προκειμένω)
αναφορές.
Παρότι το μυθιστόρημα δεν έχει πρωταγωνιστές - με τη συμβατική έννοια του όρου -, ο συγγραφέας εστιάζει την προσοχή του σε δύο μέλη της συμμορίας: το ανώνυμο «παιδί» (the kid) και τον αλλόκοσμο δικαστή Χόλντεν, «την πιο τρομακτική φιγούρα σε ολόκληρη την αμερικανική λογοτεχνία», των οποίων οι ιστορίες, συνυφασμένες, φθάνουν αυτόν τον υπέροχο λογοτεχνικό εφιάλτη στο τέλος του.
Ο Μακ Κάρθυ γεννήθηκε στο Ρόουντ Αϊλαντ το 1933, αλλά μεγάλωσε στο Τενεσί και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Τέξας.Ηδη με το πρώτο του μυθιστόρημα, The Οrchard Κeeper (1955), κερδίζει το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του Ιδρύματος Φόκνερ.
Παρότι το μυθιστόρημα δεν έχει πρωταγωνιστές - με τη συμβατική έννοια του όρου -, ο συγγραφέας εστιάζει την προσοχή του σε δύο μέλη της συμμορίας: το ανώνυμο «παιδί» (the kid) και τον αλλόκοσμο δικαστή Χόλντεν, «την πιο τρομακτική φιγούρα σε ολόκληρη την αμερικανική λογοτεχνία», των οποίων οι ιστορίες, συνυφασμένες, φθάνουν αυτόν τον υπέροχο λογοτεχνικό εφιάλτη στο τέλος του.
«Μια οικουμενική τραγωδία αίματος», «το απόλυτο γουέστερν»,
«το πιο βίαιο βιβλίο που γράφτηκε ποτέ, αν εξαιρέσεις τη Βίβλο», «η
αμερικανική Ιλιάδα», «ένα επικό αντι-γουέστερν», «ένα αντιαμερικανικό
έπος», «το βιβλίο που θα έγραφε ο Δάντης αν ζούσε στον εικοστό αιώνα».
Ο ΜακΚάρθι πετυχαίνει να κρατήσει μια αξιοθαύμαστη
ισορροπία ανάμεσα στο τι και στο πώς γράφει. Αυτό δεν
είναι ένα βιβλίο για τη βία, τον τρόμο, τον πόλεμο. Αυτό το βιβλίο είναι
η βία, ο τρόμος, ο πόλεμος.
Με μια χαλαρή πλοκή ο Κόρμακ Μακ Κάρθυ μάς μεταφέρει στην 'Αγρια Δύση
στα μέσα του 19ου αιώνα. Η δράση εκτυλίσσεται στις νοτιοδυτικές
συνοριακές (με το Μεξικό) περιοχές των ΗΠΑ κατά την περίοδο 1841-1890, ένα αχανές κομμάτι της ίδιας της Κόλασης
ίσως, όπου διαπράττονται όλων των ειδών οι φρικαλεότητες και ο
μοναδικός θεός, είναι ο πόλεμος.
Πώς γράφει, λοιπόν, ο ΜακΚάρθι; Διαβάστε την περιγραφή των Ινδιάνων Κομάντσι που επιτίθενται στη συμμορία του Γκλάντον:
«Μια λεγεώνα φόβητρα, εκατοντάδες τον αριθμό, μισόγυμνοι ή
ενδεδυμένοι φορεσιές από σοφίτες ή βιβλικά ιμάτια ή άλλα κομμένα και
ραμμένα σε όνειρο πυρετώδες με τομάρια ζώων και μετάξια φίνα και
κομμάτια από στολές σημαδεμένες ακόμα με το αίμα των πρότερων
ιδιοκτητών, χιτώνια σφαγμένων δραγόνων, χλαίνες του ιππικού με σιρίτια
και κρόσσια, ένας μ' ένα ημίψηλο καπέλο κι ένας άλλος με μια ομπρέλα κι
ένας με άσπρες κάλτσες και ματοβαμμένο πέπλο νυφικού κι ορισμένοι με
καπέλα από φτερά γερανών ή κράνη από τομάρια που 'χαν ακόμα τα κέρατα
του ταύρου ή του βούβαλου κι ένας με φράκο φορεμένο ανάποδα και κατά τ'
άλλα γυμνός κι ένας με πανοπλία ισπανού κονκισταδόρ... κι όλα τα
πρόσωπα των καβαλάρηδων φανταχτερά κι απόκοσμα απ' τις μπογιές σαν ομάδα
έφιππων κλόουν, θάνατος ξεκαρδιστικός, όλοι τους να ολολύζουν σε μια
γλώσσα βαρβαρική και να καλπάζουν κατά πάνω τους σαν ορδή μιας κόλασης
φριχτότερης ακόμα απ' τον γεμάτο θειάφι τόπο της χριστιανικής κρίσης,
ουρλιάζοντας και υλακτώντας και ντυμένοι με καπνό σαν τα αέρινα όντα σε
τόπους πέρα απ' την ορθή γνώση όπου το μάτι βολοδέρνει και το χείλι
τρέμει και του πέφτουνε τα σάλια».
Ο αναγνώστης προσκρούει κυριολεκτικά πάνω σε κάτι που ορθώνεται μπροστά
του σαν πέτρινο μνημείο της απόλυτης αποκτήνωσης του ανθρώπινου
είδους. Η βία γεμίζει τον κόσμο σε όλες τις πιθανές εκδοχές της:
υπάρχουν δέντρα που από τα κλαδιά τους κρέμονται νεκρά μωρά, κάποιος
από τους ήρωες φοράει στον λαιμό ένα περιδέραιο από τα κομμένα αφτιά
των θυμάτων του, ένας άλλος έχει για γούρι μια ανθρώπινη
καρδιά, ενώ στα στόματα των νεκρών είναι τοποθετημένα τα γεννητικά τους
όργανα.
Σε αυτό το αιματοβαμμένο χρονικό αποκρουστικών κατορθωμάτων βάρβαρες
συμμορίες μισθοφόρων και άγριων ιθαγενών συγκρούονται και
αλληλοεξοντώνονται σε μια φυσική, όπως υπονοεί ο συγγραφέας, τάξη των
πραγμάτων, σε μια εποχή
που τα σκαλπ των Ινδιάνων απέφεραν πολλά στους κυνηγούς κεφαλών που
τους σκότωναν και τα εμπορεύονταν.
Γράφει ο ΜακΚάρθι:
Ο δικαστής Χόλντεν, αυτή η πελώρια, άτριχη, δαιμονική φιγούρα,
συλλέγει δείγματα πουλιών και φυτών. Ενας από τους συμμορίτες, ο
Τόντβαϊν, τον ρωτάει τι σκοπό έχουν όλα αυτά. Η απάντηση του δικαστή:
«Ο σκοπός είναι το οτιδήποτε υπάρχει, είπε. Ο,τι υπάρχει στη δημιουργία χωρίς τη γνώση μου υπάρχει χωρίς τη συγκατάθεσή μου».
«Ο δικαστής έγειρε το μεγάλο του κεφάλι. Ο άνθρωπος που πιστεύει
ότι τα μυστικά του κόσμου θα μείνουν παντοτινά κρυμμένα ζει μες στο
μυστήριο και το φόβο. Η δεισιδαιμονία θα τον σύρει στο χώμα. Η βροχή θα
αποσαθρώσει τα έργα του. Μα ο άνθρωπος που αναθέτει εαυτόν το καθήκον να
ξεχωρίσει την κλωστή της τάξης στο υφάδι του κόσμου θα 'χει απ' την
απόφασή του και μόνο αναλάβει τα ηνία του κόσμου και μόνο με μια τέτοια
κυριαρχία θα μπορέσει να βρει τον τρόπο να υπαγορεύει μόνος του τους
όρους της μοίρας του.
"Δεν καταλαβαίνω πού κολλάνε όλ' αυτά με τα πουλιά που πιάνεις."
"Η ελευθερία των πουλιών είναι προσβολή στο πρόσωπό μου. Εγώ θα τα 'κλεινα όλα σε ζωολογικούς κήπους".
Και παρακάτω:
Και παρακάτω:
«Ο δικαστής χαμογέλασε. Ο άνθρωπος είναι γεννημένος για παιχνίδια.
Τίποτ' άλλο... Ο πόλεμος είναι το απόλυτο παιχνίδι διότι ο πόλεμος
φέρνει επιτέλους διά της βίας την ενότητα της ύπαρξης. Ο πόλεμος είναι ο
θεός»...
Ο Μακ Κάρθυ γεννήθηκε στο Ρόουντ Αϊλαντ το 1933, αλλά μεγάλωσε στο Τενεσί και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Τέξας.Ηδη με το πρώτο του μυθιστόρημα, The Οrchard Κeeper (1955), κερδίζει το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του Ιδρύματος Φόκνερ.
Πέρα από το magnum opus του,τον Ματωμένο μεσημβρινό, έχει γράψει την περίφημη Τριλογία των συνόρων: Ολα τα όμορφα άλογα (1992), Το πέρασμα (1994) και Πεδινές πολιτείες (1998).Η
φήμη του συγγραφέα,ο οποίος έχει ζήσει ακόμη και σε συνθήκες
απίστευτης φτώχιας,άρχισε να εξαπλώνεται σταθερά (και) λόγω των
επιτυχημένων κινηματογραφικών μεταφορών έργων του.Το 2005 εκδίδει το Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους και
το 2007 οι αδελφοί Κοέν μεταφέρουν το βιβλίο στη μεγάλη οθόνη
κερδίζοντας τέσσερα Οσκαρ.Την ίδια χρονιά,το πιο πρόσφατο μυθιστόρημά
του, Ο δρόμος (2006),απέσπασε το Βραβείο Πούλιτζερ,ενώ στη συνέχεια μεταφέρθηκε επίσης στη μεγάλη οθόνη από τον Τζον Χίλκοτ.
Τέλος το μουσικό άλμπουμ The Last Pale Light in the West (2009) του Ben Nichols έχει αντλήσει έμπνευση από το Blood Meridian.
*Ο Τζον Τζόελ Γκλάντον,και η συμμορία των κεφαλοκυνηγών του,υπήρξαν ιστορικά πρόσωπα, όπως επίσης πραγματική, υπήρξε η δράση τους, στην Αμερικανο-Μεξικανική μεθόριο στα μέσα του 19ου αιώνα.Ο χαρακτήρας του "μικρού" (the kid) πιθανόν βασίστηκε στον Σάμιουελ Τσάμπερλεν, μέλος αυτής της ομάδας δολοφόνων,όπως υποστήριξε ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του «My Confession: The Recollections of a Rogue».
Πηγές :
tovima.gr
tanea.gr
wikipedia.org
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου