Μέσα από τον φακό της Ομάδας Έρευνας των Αστικών Μυστικών θα σας
παρουσιάσουμε ένα λιθόκτιστο γεφύρι που εξερευνήσαμε κατά την διάρκεια
περιήγησης μας στον Νομό Σερρών. Συγκεκριμένα στα όρια των κτηματικών
περιοχών Νιγρίτας και Σοχού, σε μια περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους,
απαντάται ένα χλοερό λιβάδι περικυκλωμένο από υψώματα κατάφυτα με
βελανιδιές, με θέα το γεφύρι, που από τους κατοίκους της Νιγρίτας
αποκαλείται «Σουχνιά γέφυρα».
Από εκεί περνούσε ο παλιός δρόμος Νιγρίτας- Σοχού και μέχρι την προπολεμική περίοδο ήταν ο κύριος δρόμος για τα καραβάνια των αγωγιατών του Σοχού προς τις Σέρρες. Το γεφύρι κατασκευάστηκε από σχιστόλιθους της περιοχής, πιθανότερα το 17ο ή 18ο αιώνα, ενώ το γείσο από σχιστόπλακες που περιβάλλει το τόξο του είναι, συνήθως, χαρακτηριστικό των γεφυριών της εποχής της τουρκοκρατίας. Το γεφύρι έχει πλάτος καταστρώματος περίππου 2μ., όσο απαιτείται για τη διέλευση ενός πεζού ή ενός υποζυγίου και το άνοιγμα του περίπου τα 15μ. και βρίσκεται στο στενότερο σημείο της κοίτης του Μεγάλου ποταμού(Γκολιάμα Ριάκα).
Στο ψηλότερο σημείο του τόξου υπήρχε μεγάλη κουδούνα (κυπρί), όπως και στα ηπειρώτικα γεφύρια, που ειδοποιούσε, όταν ο άνεμος την έκανε να κτυπά, πως το πέρασμα ήταν επικίνδυνο.
Σε χάρτη του Υπουργείου Πολέμου της Αγγλίας η γέφυρα αναγράφεται με την ονομασία Sheitan Keupri (Γέφυρα του Σατανά).
Στις αρχές του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα στις αρχές της δεκαετίας του 1830, τη Νιγρίτα επισκέπτεται ο Γάλλος πρόξενος στη Θεσσαλονίκη Cousinery ο οποίος αναφέρει: Μίαν ώραν μετά την διάβασιν της γέφυρας εισήλθομεν εις την εύφορον αγροτικήν περιφέρειαν της Νιγρίτης, της οποίας την όψιν καθιστούν χαρίεσσαν η εν αυτή καλλιέργεια του βάμβακος και της αμπέλου… Την επαύριον της αφίξεώς μας, περιεργάσθην την πόλιν και αντελήφθην, ότι δεν κατοικείται ποσώς υπό Τούρκων. Η εν αυτή κίνησις κατεδείκνυεν πληθυσμόν ασχολούμενον εις γεωργικάς εργασίας και επιδιδόμενον δραστηρίως εις έργα βιοτεχνικά. Βαφείς, αργυροχρυσοχόοι, χαλυβδοσιδηρουργοί και άλλοι βιοτέχναι ζωογονούν όλα τα τμήματα της πόλεως. Τέλος η αγορά απεδείκνυεν, ότι η πόλις της Νιγρίτης, ως εκ της θέσεώς της, είχεν αποβή το κέντρον σημαντικότατου εμπορίου…
Ο Cousinery περιγράφει μια πραγματικότητα, η Νιγρίτα αποτελούσε σταθμό στο διαμετακομιστικό εμπόριο από τη Θεσσαλονίκη και φυσικά από την Κεντρική και Νότιο Ελλάδα προς τη βόρεια βαλκανική, τις παραδουνάβιες ηγεμονίες και τη Ρωσία, καθώς βρισκόταν πάνω στη μεγάλη εμπορική οδό, όπως τη χαρακτηρίζει ο Έλληνας πρόξενος στα Σέρρας, που από τη Θεσσαλονίκη μέσω Σοχού έφτανε στη Νιγρίτα και συνέχιζε ανατολικά, βόρεια και νότια. Μιλάμε φυσικά για τη σοχνόστρατα, το δρόμο που διέσχιζαν τα εμπορικά καραβάνια και στον οποίο φώλιαζαν, όπως ήταν φυσικό, αρκετοί ληστές, σε σημείο η σοχνιά γέφυρα να αναφέρεται και ως γεφύρι του διαβόλου (seytan coprusu).
Κατά μία άλλη εκδοχή στην περιοχή λειτουργούσε σταθμός διοδίων και με δεδομένο ότι ο δρόμος ήτο το μοναδικό πέρασμα που συνέδεε την κεντρική και νότια Ελλάδα (μέσω Θεσσαλονίκης) με τον δρόμο προς την ανατολή κυρίως, αλλά και προς τις Βαλκανικές Βόρειες χώρες, φανταστείτε τι κατάσταση επικρατούσε όταν τα καραβάνια συναντιόνταν εκεί...
Από εκεί περνούσε ο παλιός δρόμος Νιγρίτας- Σοχού και μέχρι την προπολεμική περίοδο ήταν ο κύριος δρόμος για τα καραβάνια των αγωγιατών του Σοχού προς τις Σέρρες. Το γεφύρι κατασκευάστηκε από σχιστόλιθους της περιοχής, πιθανότερα το 17ο ή 18ο αιώνα, ενώ το γείσο από σχιστόπλακες που περιβάλλει το τόξο του είναι, συνήθως, χαρακτηριστικό των γεφυριών της εποχής της τουρκοκρατίας. Το γεφύρι έχει πλάτος καταστρώματος περίππου 2μ., όσο απαιτείται για τη διέλευση ενός πεζού ή ενός υποζυγίου και το άνοιγμα του περίπου τα 15μ. και βρίσκεται στο στενότερο σημείο της κοίτης του Μεγάλου ποταμού(Γκολιάμα Ριάκα).
Στο ψηλότερο σημείο του τόξου υπήρχε μεγάλη κουδούνα (κυπρί), όπως και στα ηπειρώτικα γεφύρια, που ειδοποιούσε, όταν ο άνεμος την έκανε να κτυπά, πως το πέρασμα ήταν επικίνδυνο.
Σε χάρτη του Υπουργείου Πολέμου της Αγγλίας η γέφυρα αναγράφεται με την ονομασία Sheitan Keupri (Γέφυρα του Σατανά).
Στις αρχές του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα στις αρχές της δεκαετίας του 1830, τη Νιγρίτα επισκέπτεται ο Γάλλος πρόξενος στη Θεσσαλονίκη Cousinery ο οποίος αναφέρει: Μίαν ώραν μετά την διάβασιν της γέφυρας εισήλθομεν εις την εύφορον αγροτικήν περιφέρειαν της Νιγρίτης, της οποίας την όψιν καθιστούν χαρίεσσαν η εν αυτή καλλιέργεια του βάμβακος και της αμπέλου… Την επαύριον της αφίξεώς μας, περιεργάσθην την πόλιν και αντελήφθην, ότι δεν κατοικείται ποσώς υπό Τούρκων. Η εν αυτή κίνησις κατεδείκνυεν πληθυσμόν ασχολούμενον εις γεωργικάς εργασίας και επιδιδόμενον δραστηρίως εις έργα βιοτεχνικά. Βαφείς, αργυροχρυσοχόοι, χαλυβδοσιδηρουργοί και άλλοι βιοτέχναι ζωογονούν όλα τα τμήματα της πόλεως. Τέλος η αγορά απεδείκνυεν, ότι η πόλις της Νιγρίτης, ως εκ της θέσεώς της, είχεν αποβή το κέντρον σημαντικότατου εμπορίου…
Ο Cousinery περιγράφει μια πραγματικότητα, η Νιγρίτα αποτελούσε σταθμό στο διαμετακομιστικό εμπόριο από τη Θεσσαλονίκη και φυσικά από την Κεντρική και Νότιο Ελλάδα προς τη βόρεια βαλκανική, τις παραδουνάβιες ηγεμονίες και τη Ρωσία, καθώς βρισκόταν πάνω στη μεγάλη εμπορική οδό, όπως τη χαρακτηρίζει ο Έλληνας πρόξενος στα Σέρρας, που από τη Θεσσαλονίκη μέσω Σοχού έφτανε στη Νιγρίτα και συνέχιζε ανατολικά, βόρεια και νότια. Μιλάμε φυσικά για τη σοχνόστρατα, το δρόμο που διέσχιζαν τα εμπορικά καραβάνια και στον οποίο φώλιαζαν, όπως ήταν φυσικό, αρκετοί ληστές, σε σημείο η σοχνιά γέφυρα να αναφέρεται και ως γεφύρι του διαβόλου (seytan coprusu).
Κατά μία άλλη εκδοχή στην περιοχή λειτουργούσε σταθμός διοδίων και με δεδομένο ότι ο δρόμος ήτο το μοναδικό πέρασμα που συνέδεε την κεντρική και νότια Ελλάδα (μέσω Θεσσαλονίκης) με τον δρόμο προς την ανατολή κυρίως, αλλά και προς τις Βαλκανικές Βόρειες χώρες, φανταστείτε τι κατάσταση επικρατούσε όταν τα καραβάνια συναντιόνταν εκεί...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου