Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Έντγκαρ Άλλαν Πόε(Edgar Allan Poe)





Ο Πόε γεννήθηκε το 1809 στη Βοστώνη και οι γονείς του ήταν ηθοποιοί. Ο πατέρας του, Ντέιβιντ Πόε, εγκατέλειψε την οικογένεια του τον Ιούλιο του 1811 ενώ πέθανε πέντε μήνες αργότερα, στις 11 Δεκεμβρίου. Η μητέρα του, Ελίζαμπεθ Άρνολντ Χόπκινς, υπέφερε από φυματίωση και πέθανε στις 8 Δεκεμβρίου του 1811, ενώ ο Πόε ήταν μόλις δύο ετών. Μετά το θάνατο της μητέρας του, έζησε στο σπίτι του επιτυχημένου εμπόρου καπνού Τζον Άλλαν και μεγάλωσε στην πόλη Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια.
Το 1815, η οικογένεια Άλλαν μετακόμισε στη Σκωτία και την Αγγλία, όπου έζησαν συνολικά για πέντε χρόνια. Στο διάστημα αυτό, ο Πόε φοίτησε σε δύο αγγλικά σχολεία κοντά στην πόλη του Λονδίνου. Μετά την επιστροφή του στο Ρίτσμοντ, εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, το 1826, όπου παρέμεινε μόνο για ένα χρόνο. Ήρθε σε σύγκρουση με τον πατριό του, εξαιτίας οικονομικών χρεών που ανέπτυξε μέσω της χαρτοπαιξίας, κατά την περίοδο φοίτησης του. Τελικά ο Πόε εγκατέλειψε το σπίτι των Άλλαν και κατατάχθηκε το 1827 στον αμερικανικό στρατό, πιθανότατα για λόγους οικονομικής επιβίωσης. Στην αίτηση κατάταξής του δήλωσε το όνομα Έντγκαρ Α. Πέρι, αναφέροντας επίσης ως ηλικία τα 22 χρόνια ενώ ήταν δεκαοκτώ ετών. Τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο, μία ποιητική συλλογή με τίτλο Ταμερλάνος και άλλα Ποιήματα.
Το 1829 εκδόθηκε το δεύτερο ποιητικό βιβλίο του Al Aaraaf, ενώ παράλληλα έκανε αίτηση εγγραφής στην στρατιωτική ακαδημία του Γουέστ Πόιντ, με την υποστήριξη του πατριού του. Εκεί θεωρείται πως ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο άλλων ρομαντικών ποιητών, ενώ σύντομα ανέπτυξε εκ νέου οικονομικά χρέη. Υπήρξε σκόπιμα αμελής ως προς τα καθήκοντά του γεγονός που οδήγησε τελικά στην απόλυσή του. Αμέσως μετά, ο Πόε μετακόμισε στη Βαλτιμόρη όπου έζησε με την θεία του Μαρία Κλεμ και την πρώτη του ξαδέλφη Βιρτζίνια Ελίζα Κλεμ. Προκειμένου να συντηρείται οικονομικά, ξεκίνησε να γράφει πεζά κείμενα υποβάλλοντας συμμετοχή σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Το 1833, βραβεύτηκε για το διήγημά του Μήνυμα στο μπουκάλι, γεγονός που του εξασφάλισε μία πρώτη αναγνώριση σε ένα περιορισμένο τοπικό λογοτεχνικό κύκλο.
Το Δεκέμβριο του 1835, άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα Southern Literary Messenger (Λογοτεχνικός Αγγελιοφόρος του Νότου), στο Ρίτσμοντ. Την ίδια περίοδο παντρεύτηκε τη δεκατριάχρονη ξαδέρφη του, η οποία στο πιστοποιητικό του γάμου τους αναφερόταν ψευδώς πως ήταν είκοσι ενός ετών.
Το 1838 εκδόθηκε η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ (The Narrative of Arthur Gordon Pym) ενώ το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου, ο Πόε μετακόμισε στη Φιλαδέλφεια, όπου ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός συντάκτη στο περιοδικό Burton's Gentleman's Magazine. Δημοσίευσε αρκετά άρθρα, διηγήματα και κριτικές απολαμβάνοντας ολοένα και μεγαλύτερη φήμη. Το ίδιο διάστημα, εκδόθηκε η δίτομη συλλογή έργων του Tales of the Grotesque and Arabesque (Ιστορίες του Γκροτέσκου και του Αραβουργήματος), η οποία αν και δεν αποτέλεσε σημαντική εμπορική επιτυχία, επαινέθηκε από την κριτική και θεωρείται σήμερα ορόσημο στην ιστορία της αμερικανικής λογοτεχνίας. Ο Πόε εγκατέλειψε τη θέση του μετά από περίπου ένα χρόνο και ανέλαβε χρέη βοηθού συντάκτη στο περιοδικό Graham's Magazine.

Στις 20 Ιανουαρίου του 1842, η σύζυγός του έδειξε για πρώτη φορά δείγματα πως έπασχε από φυματίωση και, υπό το βάρος της ασθένειάς της, ο Πόε κατέφυγε στο ποτό. Εγκατέλειψε εκ νέου την θέση του στο Graham's Magazine και επέστρεψε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην εφημερίδα Evening Mirror και ως συντάκτης στην έκδοση του Broadway Journal. Στις 29 Ιανουαρίου του 1845 εκδόθηκε το ποίημα του Το Κοράκι (The Raven), ένα από τα πιο γνωστά έργα του και το οποίο του πρόσφερε μεγάλη αναγνώριση, γεγονός που τον βοήθησε επίσης να αυξήσει το ισχνό του εισόδημα δίνοντας διαλέξεις. Ανατυπώθηκε σε αρκετές εφημερίδες και περιοδικά, ωστόσο ο ίδιος ο Πόε δεν αποκόμισε οικονομικά οφέλη από το ίδιο το έργο εξαιτίας της έλλειψης νόμων περί πνευματικών δικαιωμάτων.
Τον Ιανουάριο του 1847, η σύζυγός του Βιρτζίνια πέθανε και τον επόμενο χρόνο ο Πόε αρραβωνιάστηκε την ποιήτρια Σάρα Έλεν Ουίτμαν. Ο προγραμματισμένος τους γάμος τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, πιθανότατα εξαιτίας των προβλημάτων του Πόε με το ποτό. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, η μητέρα της Ουίτμαν είχε σημαντική συμβολή στη διάλυση της σχέσης τους. Με βάση την αλληλογραφία του Πόε εκείνης της περιόδου, γνωρίζουμε ότι επιχείρησε να αυτοκτονήσει με υπερβολική δόση λάβδανου. Αργότερα, ο Πόε επέστρεψε στο Ρίτσμοντ όπου αρραβωνιάστηκε την Σάρα Ελμίρα Ρόυστερ και μαζί όρισαν ως ημερομηνία του γάμου τους την 17η Οκτωβρίου του 1849.Σύμφωνα με επιστολή του προς την Μαρία Κλεμ στις 18 Σεπτεμβρίου του 1849, ο Πόε θα πραγματοποιούσε ένα ταξίδι στη Φιλαδέλφεια, προκειμένου να συναντήσει την ποιήτρια Λέον Λάουντ, με αφορμή την επιμέλεια της έκδοσης ενός τόμου με έργα της. Ανακαλύφθηκε σε παραληρηματική κατάσταση στους δρόμους της Βαλτιμόρης από έναν περαστικό, ο οποίος μετά από σχετική υπόδειξη του Πόε, έστειλε επιστολή στον Δρ. J. E. Snodgrass, ενημερώνοντας τον σχετικά. Ο Snodgrass έλαβε την επιστολή στις 3 Οκτωβρίου και την ίδια ημέρα φρόντισε, μαζί με τον θείο του Πόε, Χένρυ Χέρινγκ, για την μεταφορά του Πόε στο νοσοκομείο, όπου τελικά πέθανε στις 7 Οκτωβρίου. Καθώς δεν κατάφερε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του να συνέλθει επαρκώς, ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς είχε οδηγηθεί στην κατάσταση του. Όταν βρέθηκε, φορούσε ρούχα που πιστεύεται ότι δεν του ανήκαν ενώ επανειλημμένα πρόφερε το όνομα Ρέυνολντς κατά την διάρκεια της τέταρτης νύχτας που έμεινε στο νοσοκομείο. Σύμφωνα με επιστολή του ιατρού Δρ. John J. Moran που εξέτασε τον Πόε στο νοσοκομείο, προς την θεία του, οι τελευταίες του λέξεις ήταν "Lord help my poor soul" ("Κύριε βοήθησε την φτωχή ψυχή μου").
Η πραγματική αιτία θανάτου του Πόε παραμένει ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα και δεν υπάρχει μία οριστική θέση, καθώς ουδέποτε υπήρξε ή βρέθηκε ένα επίσημο πιστοποιητικό θανάτου. Ο Δρ. J. E. Snodgrass, ο οποίος γνώριζε προσωπικά τον Πόε και βρέθηκε μαζί του στις τελευταίες του ημέρες, βεβαίωνε πως ο θάνατός του ήταν απόρροια αλκοολισμού. Αντίθετα, ο Δρ. John Moran, θεωρούσε πως ο θάνατός του δεν σχετιζόταν με χρήση κάποιου είδους τοξικής ουσίας. Τόσο τα γραπτά του Snodgrass όσο και του Moran, με θέμα τις τελευταίες ημέρες ζωής του Πόε, περιέχουν σημαντικές αντιφάσεις με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται εν γένει με δυσπιστία από τους μελετητές και βιογράφους του συγγραφέα. Πληθώρα άλλων θεωριών έχουν προταθεί επίσης, μεταξύ αυτών πιθανή σύφιλη, επιληψία, δηλητηρίαση, δολοφονία ή λύσσα, θεωρίες όμως που δεν επιβεβαιώνονται μέχρι σήμερα από επίσημα ιατρικά έγγραφα ή αναφορές.
Η ταφή του έγινε στις 8 ή 9 Οκτωβρίου και ο τάφος του βρίσκεται στη Βαλτιμόρη, όπου αποτελεί ένα ιδιαίτερο αξιοθέατο της περιοχής. Από το 1949 και για σχεδόν 60 συνεχόμενα χρόνια, κάποιος ανώνυμος επισκέπτης, γνωστός με το προσωνύμιο «Poe Toaster», επισκεπτόταν το κενοτάφιο, το οποίο βρίσκεται στο μέρος του τάφου του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, κάθε χρόνο στις 19 Ιανουαρίου, αφήνοντας τρία κόκκινα τριαντάφυλλα και ένα μπουκάλι κονιάκ στη μνήμη του.
Την ημέρα της ταφής του Πόε, μία νεκρολογία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα New York Tribune, υπογεγραμμένη με το ψευδώνυμο Ludwig, το οποίο όπως αποκαλύφθηκε αργότερα ανήκε στον εκδότη και επιμελητή ανθολογιών, Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Η νεκρολογία ανέφερε στην εισαγωγή της: "O Έντγκαρ Άλλαν Πόε είναι νεκρός. Πέθανε στη Βαλτιμόρη προχθές. Η ανακοίνωση αυτή θα τρομάξει αρκετούς, αλλά λίγοι θα νιώσουν θλίψη για το γεγονός." και θεωρείται απόρροια της εχθρότητας που είχε καλλιεργηθεί μεταξύ του Πόε και του Γκρίσγουολντ.
160 χρόνια μετά το θάνατό του, στις 12 Οκτωβρίου του 2009 έγινε η κηδεία του ομοιώματος του ποιητή, με τιμές, στη Βαλτιμόρη.Για τη ζωή και την προσωπικότητα του Πόε υπάρχουν αρκετές πληροφορίες, συχνά αντιφατικές, ωστόσο ελάχιστα γεγονότα μπορούν να επιβεβαιωθούν ή να επαληθευτούν μέσα από επίσημες πρωτογενείς πηγές ή έγγραφα. Πολλά βιογραφικά στοιχεία για τον Πόε βρίσκονταν ή και παραμένουν υπό καθεστώς αμφισβήτησης, όπως η ημερομηνία γέννησής του, τα αίτια του θανάτου του, η ημέρα ταφής του, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις καθώς και άλλες σκοτεινές πλευρές της ζωής του, όπως η σχέση του με το ποτό ή άλλες ναρκωτικές ουσίες.
Μέχρι το 1875, η κύρια βιογραφία του Πόε ήταν έργο του εκδότη Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Επίκεντρο της γνωριμίας τους υπήρξε αρχικά η έκδοση μίας ανθολογίας του Γκρίσγολντ, The Poets and Poetry of America (1842) για την οποία ο Πόε έγραψε μία – μάλλον αρνητική – κριτική κατά παραγγελία του ίδιου του Γκρίζγουολντ, την οποία ο Πόε εξέλαβε ως μορφή δωροδοκίας. Η σχέση τους ψυχράνθηκε ακόμα περισσότερο λίγους μήνες αργότερα, όταν δημοσιεύτηκε μία νέα αρνητική κριτική, στις 28 Ιανουαρίου του 1843, σε τεύχος της Saturday Museum. Η κριτική αυτή περιείχε προσωπικές επιθέσεις κατά του Γκρίζγουολντ, ο οποίος θεώρησε πως αποτελούν έργο του Πόε, αν και στην πραγματικότητα είχαν γραφτεί από τον φίλο του Πόε, Χένρυ Χιρστ. Το 1845, ο Γκρίζγουολντ ξεκίνησε μία νέα ανθολογία πεζών κειμένων (The Poets and Poetry of America), στην οποία θα χρησιμοποιούσε και έργα του Πόε, γεγονός που συνδυάστηκε με μία προσωρινή βελτίωση στις σχέσεις τους. Ωστόσο, η αρνητική κριτική του Γκρίζγουολντ στην παρουσίαση του έργου του Πόε μέσα στην ανθολογία, προκάλεσε την αντίδραση του τελευταίου, ο οποίος δημοσίευσε μία ανάλογη αρνητική κριτική για το σύνολο της ανθολογίας.Μετά το θάνατό του Πόε, η εχθρική σχέση τους έγινε εμφανής μέσα από τη νεκρολογία που έγραψε ο Γκρίζγουολντ την ημέρα της ταφής του. Επιπλέον, ο Γκρίζγουολντ ανέλαβε το ρόλο του εκτελεστή της λογοτεχνικής κληρονομιάς του, αν και δεν υπάρχει απόδειξη πως κάτι τέτοιο ήταν επιθυμία του ίδιου του συγγραφέα. Ο Γκρίζγουολντ έπεισε την Μαρία Κλεμ να του παραδώσει τις επιστολές και τα χειρόγραφα του Πόε, προκειμένου να επιμεληθεί την έκδοση μίας συλλογής έργων του. Παράλληλα, έγραψε μία σύντομη βιογραφία του Πόε, την οποία περιέλαβε σε μεταγενέστερο τόμο της συλλογής αυτής, και μέσα από την οποία περιέγραφε τον Πόε ως αλκοολικό, διεφθαρμένο και συστηματικό χρήστη ναρκωτικών ουσιών. Η πρώτη αυτή βιογραφία περιείχε μία αισθητά διαφορετική εικόνα για τον Πόε, σε σύγκριση με ανάλογα βιογραφικά κείμενα της ίδιας περιόδου, καθώς και στοιχεία που σήμερα θεωρούνται ανακριβή. Ένας κύκλος φίλων του Πόε αντέδρασε στην δημοσίευση της βιογραφίας του Γκρίζγουολντ, ωστόσο αυτή διαδόθηκε και αναδημοσιεύτηκε ευρέως, αποτελώντας την βάση για μεταγενέστερες βιογραφίες. Θεωρείται πως μέχρι σήμερα, ορισμένες ανακριβείς ή υπερβολικές αναφορές του Γκρίσγουολντ γύρω από την προσωπικότητα του Πόε, έχουν επικρατήσει. Η βιογραφία του Τζον Χένρυ Ίνγκραμ το 1875, υπήρξε πιο ισορροπημένη και με μεγαλύτερη συμπάθεια απέναντι στον Πόε, επισημαίνοντας παράλληλα τις ανακρίβειες του Γκρίζγουολντ. Αργότερα, με τη βοήθεια της Σάρα Έλεν Ουίτμαν και άλλων φίλων του Πόε, ο Ίνγκραμ επέκτεινε τη βιογραφία του εκδίδοντας ένα δίτομο έργο.Το έργο του Έντγκαρ Άλλαν Πόε είχε σημαντική επιρροή τόσο στην αμερικανική όσο και στην παγκόσμια λογοτεχνία, αποτελώντας το θεμέλιο λίθο για σύγχρονα είδη όπως η αστυνομική λογοτεχνία και οι ιστορίες τρόμου ή φαντασίας. Θεωρείται πρωτοπόρος στο είδος του αστυνομικού μυθιστορήματος, το οποίο ανέπτυξε μέσα από τις τρεις ιστορίες του με ήρωα τον Ωγκύστ Ντυπέν (Auguste Dupin), μεταξύ αυτών Οι Δολοφονίες της Οδού Νεκροτομείου. Τα έργα αυτά αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τις μεταγενέστερες ιστορίες του Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, με κεντρικό ήρωα τον Σέρλοκ Χολμς.
Η φήμη του Πόε υπήρξε αρκετά μεγάλη τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη. Αμερικανοί λογοτέχνες που εκτιμούσαν το έργο του και επηρεάστηκαν από αυτό, ήταν ο Ουώλτ Ουίτμαν, ο Χ. Φ. Λάβκραφτ, ο Γουίλιαμ Φώκνερ, καθώς και ο Χέρμαν Μέλβιλ. Αντιθέτως, ο Μαρκ Τουαίην υπήρξε αυστηρός κριτής του, όπως και ο ποιητής Τ. Σ. Έλιοτ, ο οποίος ωστόσο εκτιμούσε το κριτικό του έργο.
Ιδιαίτερα σημαντική επίδραση είχε το έργο του Πόε στη γαλλική λογοτεχνία και ειδικότερα στον γαλλικό συμβολισμό. Ο Κάρολος Μπωντλαίρ μετέφρασε σχεδόν το σύνολο των πεζών του κειμένων, καθώς και αρκετά ποιήματα του. Σε επαφή με το έργο του ήρθε και ο ποιητής Στεφάν Μαλλαρμέ, ο οποίος επίσης μετέφρασε έργα του, ενώ αφιέρωσε δικά του ποιήματα στον Πόε. Επηρέασε σημαντικά και τον Ιούλιο Βερν, ο οποίος έγραψε ένα δοκίμιο για το έργο του, Poe et ses oeuvres (Ο Πόε και τα έργα του), ενώ το μυθιστόρημα του Η Σφίγγα των Πάγων (Le Sphinx des glaces), αποτελούσε συνέχεια της Αφήγησης του Άρθρουρ Γκόρντον Πυμ του Πόε. Ενδεικτικό της επίδρασης του Πόε στη Γαλλία, είναι επιπλέον το γεγονός πως οι ζωγράφοι Εντουάρ Μανέ και Γκυστάβ Ντορέ φιλοτέχνησαν αναπαραστάσεις έργων του. Σε μεταγενέστερη περίοδο, ο Πωλ Βαλερύ και ο Μαρσέλ Προυστ υπήρξαν επίσης θαυμαστές του. Με αφετηρία τη Γαλλία, έργα του μεταφέρθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στην Αγγλία, μεταξύ των λογοτεχνών που τα εκτίμησαν, υπήρξαν ο Άλγκερνον Σουίνμπουρν και ο Όσκαρ Ουάιλντ.
Το Κοράκι
Κάποια φορά, μεσάνυχτα, ενώ εμελετούσα
κατάκοπος κι αδύναμος ένα παλιό βιβλίο
μιας επιστήμης άγνωστης, άκουσα ένα κρότο
σα να χτυπούσε σιγανά κανείς στη ξώπορτά μου.
"Κανένας ξένος", σκέφτηκα "οπού χτυπά τη πόρτα,
τούτο θα είναι μοναχά και όχι τίποτ' άλλο".


Θυμάμαι ήταν στον ψυχρό και παγερό Δεκέμβρη
και κάθε λάμψη της φωτιάς σα φάντασμα φαινόταν.
Ποθούσα το ξημέρωμα, μάταια προσπαθούσα
να δώσει με παρηγορία στη λύπη το βιβλίο,
για τη γλυκιά Ελεονόρα μου, την όμορφη τη κόρη
όπως οι αγγέλοι τη καλούν, ενώ εδώ δεν έχει
για πάντα ούτε όνομα.


Και τ' αλαφρό μουρμουρητό που κάναν οι κουρτίνες
με άγγιζε, με γέμιζε με τρόμους φανταχτούς,
και για να πάψει τ' άγριο το χτύπημα η καρδιά μου
σηκώθηκα φωνάζοντας: "Θα είναι κάποιος ξένος
όπου ζητά να κοιμηθεί έδω στη κάμαρά μου
αυτό θα είναι μοναχά και περισσότερο όχι".


Τώρα μου φάνηκε η ψυχή πιο δυνατή για τούτο,
"Κύριε" είπα, "ή Κυρά, ζητώ να συγχωρείστε,
γιατί εγώ ενύσταζα κι ο κρότος ήταν λίγος,
ήσυχος, που δεν άκουσα εάν χτυπά η πόρτα"
κι άνοιξα στους αγέρηδες ορθάνοιχτη τη πόρτα
σκοτάδι ήταν γύρω μου και όχι τίποτ' άλλο.


Μες στο σκοτάδι στάθηκα ώρα πολλή μονάχος,
γεμάτος τρόμους κι όνειρα που πρώτη φορά τότε
η λυπημένη μου ψυχή στα βάθη της επήρε,
μα η σιγή ήταν άσωστη και το σκοτάδι μαύρο
κι "Ελεονόρα" μοναχά ακούγονταν η ηχώ
από τη λέξη που 'βγαινε απ' τα ανοιχτά μου χείλη.
Αυτό μονάχα ήτανε και όχι τίποτ' άλλο.


Γυρίζοντας στη κάμαρα με μια καρδιά όλο φλόγα,
άκουσα πάλι να χτυπούν πιο δυνατά από πρώτα.
"Σίγουρα κάποιος θα χτυπά από το παραθύρι,
ας πάω να δω κι ας λύσω πια ετούτο το μυστήριο,
ας ησυχάσει η μαύρη μου καρδιά
και θα το λύσω θα είναι οι αγέρηδες και όχι τίποτ' άλλο.


'Ανοιξα το παράθυρο κι ένα κοράκι μαύρο
με σχήμα μεγαλόπρεπο στη κάμαρα μου μπήκε
και χωρίς διόλου να σταθεί ή ν' αμφιβάλλει λίγο,
επήγε και εκάθισε στη πέτρινη Παλλάδα
απάνω από τη πόρτα μου, γιομάτο σοβαρότη.
Κουνήθηκεν, εκάθισε και όχι τίποτ' άλλο.


Το εβενόχρωμο πουλί που σοβαρό καθόταν
τη λυπημένη μου ψυχή έκανε να γελάσει.
"Χωρίς λοφίο", ρώτησα, "κι αν είν' η κεφαλή σου
δεν είσαι κάνας άνανδρος, αρχαϊκό κοράκι,
που κατοικείς στις πένθιμες ακρογιαλιές της Νύχτας;
Στ' όνομα της Πλουτωνικής της Νύχτας, τ' όνομά σου!"
Και το κοράκι απάντησε: "Ποτέ από 'δω και πια".


Ξεπλάγηκα σαν άκουσα το άχαρο πουλί
ν' ακούει τόσον εύκολα τα όσα το ρωτούσα
αν κι η μικρή απάντηση που μου 'δωσε δεν ήταν
καθόλου ικανοποιητική στα όσα του πρωτόπα,
γιατί ποτέ δεν έτυχε να δεις μες στη ζωή σου
ένα πουλί να κάθεται σε προτομή γλυμμένη
απάνω από τη πόρτα σου να λέει:
"Ποτέ πια".


Μα το Κοράκι από κει που ήταν καθισμένο
δεν είπε άλλη λέξη πια σα να 'ταν η ψυχή του
από τις λέξεις: "Ποτέ πια", γεμάτη από καιρό.
Ακίνητο καθότανε, χωρίς ένα φτερό του
να κινηθεί σαν άρχιζα να ψιθυρίζω αυτά:
"Τόσοι μου φίλοι φύγανε ως και αυτές οι Ελπίδες
κι όταν θε να 'ρθει το πρωΐ κι εσύ θε να μου φύγεις".
Μα το πουλί απάντησε: "Ποτέ από δω και πια".


Ετρόμαξα στη γρήγορη απάντηση που μου 'πε
πάντα εκεί ακίνητο στη προτομήν απάνω.
"Σίγουρα" σκέφτηκα, "αυτό που λέει και ξαναλέει
θα είναι ό,τι έμαθε από τον κύριό του
που αμείλικτη η καταστροφή θα του κοψ' το τραγούδι
που θα 'λεγεν ολημερίς και του 'καμε να λέει
λυπητερά το "Ποτέ πια" για τη χαμένη ελπίδα".


Μα η θέα του ξωτικού πουλιού μ' έφερε γέλιο
κι αρπάζοντας το κάθισμα εκάθισα μπροστά του
και βυθισμένος σ' όνειρα προσπάθησα να έβρω
τι λέει με τη φράση αυτή, το μαύρο το Κοράκι,
το άχαρο, τ' απαίσιο, ο τρόμος των ανθρώπων,
σαν έλεγε τις θλιβερές τις λέξεις:
"Ποτέ Πια!".


Κι έτσι ακίνητος βαθιά σε μαύρες σκέψεις μπήκα
χωρίς μια λέξη μοναχά να πω εις το Κοράκι
που τα όλο φλόγα μάτια του μες στη καρδιά με καίγαν.
Έτσι σκεφτόμουν έχοντας στο βελουδένιο μέρος
του παλαιού καθίσματος γερμένο το κεφάλι,
στο μέρος που το χάϊδευαν η λάμψη της καντήλας,
εκεί όπου η αγάπη μου δε θ' ακουμπήσει
πια!


Τότε ο αγέρας φάνηκε σα να 'ταν μυρωμένος
από 'να θυμιατήριο αόρατο που αγγέλοι
και Σεραφείμ το κούναγαν και τ' αλαφρά τους πόδια
ακούγονταν στο μαλακό χαλί της κάμαράς μου.
"Ναυαγισμένε" φώναξα, "αναβολή σου στέλνει
με τους αγγέλους, ο Θεός και μαύρη λησμοσύνη
για τη χαμένη αγάπη σου την όμορφη Λεονόρα.
Πιες απ' το μαύρο το πιοτό της Λήθης και λησμόνα
εκείνην όπου χάθηκε". Και το Κοράκι είπε:
"Ποτέ από δω και πια!".


Είπα: "Προφήτη των κακών, είτε πουλί είτε δαίμων
είτε του μαύρου πειρασμού αποσταλμένε συ
είτε στης άγριας θύελλας το μάνιασμα χαμένε,
αλλ' άφοβε, στον κόσμο αυτόπου κατοικεί ο Τρόμος,
πες μου με ειλικρίνεια, υπάρχει δω στον κόσμο
της λύπης κανά βάλσαμο που δίνει η Ιουδαία;
Πες μου!", μα κείνο απάντησε:
"Ποτέ από δω και πια!".


"Προφήτη", είπα, "δαίμονα, της Συφοράς πουλί,
Προφήτης όμως πάντοτε, στον Ουρανό σ' ορκίζω,
που απλώνεται από πάνω μας παρηγορήτρα αψίδα,
εις του Θεού το όνομα που οι δυο μας τον λατρεύουν,
πες μου αν στον Παράδεισο θε ν' αγκαλιάσω κείνη,
εκείνη που οι άγγελοι τη λεν Ελεονόρα";
Και το κοράκι απάντησε:
"Ποτέ από δω και πια!".


"Ας γίν' η μαύρη φράση σου το σύνθημα να φύγεις",
εφώναξα αγριωπός πηδώντας κει μπροστά του.
"Πήγαινε πάλι να χαθείς στην άγρια καταιγίδα
ή γύρνα στις ακρογιαλιές της Πλουτωνείου Νύχτας
ούτ' ένα μαύρο σου φτερό δε θέλω δω ν' αφήσεις
ενθύμηση της φράσης σου της ψεύτικης και πλάνας
βγάλ' απ' τη δόλια μου καρδιά το ράμφος που 'χεις μπήξει
και σύρε τη φανταστική μορφή σου στα σκοτάδια!"
Και το Κοράκι απάντησε:
"Ποτέ από δω και πια!".


Και το Κοράκι ακίνητο στη προτομή όλο μένει,
στης Αθηνάς τη προτομή απάνω από τη πόρτα
και τ' αγριωπά τα μάτια του σα του Διαβόλου μοιάζουν
όταν μονάχος σκέφτεται. Και το θαμπό λυχνάρι
ρίχνει σκια στο πάτωμα σαν πέφτει στο Κοράκι.
Και η ψυχή μου ανήμπορη δε θα μπορέσει πια
να βγει απ' τον αμφίβολο τον κύκλο της Σκιάς
που φαίνεται στο πάτωμα.
Ποτέ από δω και πια!
Μετάφραση: Κώστας Ουράνης



Διηγήματα, πεζά
(1833) MS. Found in a Bottle (Χειρόγραφο σ' ένα μπουκάλι)
(1838) Ligeia (Λιγεία)
(1839) The Fall of the House of Usher (Η Πτώση του Οίκου των Άσερ)
(1839) William Wilson
(1839) The Conversation of Eiros and Charmion (Ο Διάλογος Ανάμεσα στον Ήρω και την Ερμιόνη)
(1842) The Masque of the Red Death (Η Μάσκα του Κόκκινου Θανάτου)
(1842) The Pit and the Pendulum (Το Πηγάδι και το Εκκρεμές)
(1843) The Gold Bug (Ο Χρυσός Σκαραβαίος)
(1843) The Black Cat (Ο Μαύρος Γάτος)
(1845) Some Words with a Mummy (Μερικές κουβέντες με μια μούμια ή Κουβεντιάζοντας με μια μούμια)
(1845) The System of Doctor Tarr and Professor Fether (Το Σύστημα του Δόκτωρα Πίσσα και του Καθηγητή Φτερά)
(1846) The Cask of Amontillado (Το Βαρέλι του Αμοντιλάδο)
(1838) The Narrative of Arthur Gordon Pym of Nantucket (Η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ)
(1841) The Murders in the Rue Morgue (Οι Δολοφονίες της Οδού Νεκροτομίου)
(1844) The Purloined Letter (Το Κλεμμένο Γράμμα)
(1844) The Premature Burial (Η πρόωρη ταφή)
(1850) A Descent into the Maelstrom (Η ρουφήχτρα του Μαελστρόμ ή Στη Δίνη του Μάελστρομ)


Πηγή http://el.wikipedia.org/

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η χαμένη αποικία Roanoke και η μυστηριώδης λέξη Croatoan

Croatoan : Μια μυστηριώδης λέξη που έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον των απανταχού κυνηγών του μυστηρίου, εδώ και αιώνες. Τι συνέβη στη χαμένη αποικία της Βόρειας Καρολίνας, στο Roanoke Island ; Πολλές θεωρίες έχουν προταθεί αλλά καμιά μέχρι τώρα δεν έχει επικρατήσει ως η πιο πιθανή, αντίθετα ο γρίφος μεγαλώνει. Μια ομάδα εποίκων εξαφανίστηκε στη Βόρεια Αμερική χωρίς κανένα ίχνος και κανείς δεν έχει βρει στοιχεία για την τύχη τους εδώ και αιώνες. Η αποικία Roanoke ήταν ο πρώτος αγγλικός οικισμός στην Αμερική. Αφού έμαθε για μια πλούσια, όμορφη περιοχή στην Αμερική η Βασίλισσα Ελισάβετ Ι, της Αγγλίας, αποφάσισε να προσαρτήσει αυτή τη περιοχή της Βιρτζίνια. Στη συνέχεια, έδωσε στον Sir Walter Raleigh  άδεια να δημιουργήσει μια αποικία. Θα χρηματοδοτούσε και θα σχεδίαζε την εκστρατεία στη περιοχή που βρίσκεται τώρα η Βόρεια Καρολίνα. Ο Raleigh είχε 10 χρόνια για να ολοκληρώσει την αποστολή. Το 1585, μια αποστολή με επικεφαλής τον Sir Richard Grenville, που αποτελούνταν απ

Aπομεινάρι από την αρχαία Θάλασσα της Τηθύος νότια της Κρήτης.

Κατα την περιήγηση της ομάδας έρευνας των αστικών μυστικών στο διαδίκτυο ''σκοντάψαμε'' σε ένα άρθρο του πρώτου θέματος με τίτλο Νότια της Κρήτης ο αρχαιότερος ωκεάνιος φλοιός στον κόσμο   το οποίο μας πληροφορεί ότι ο βυθός της Ανατολικής Μεσογείου περιέχει τον αρχαιότερο ωκεάνιο φλοιό στον κόσμο, ηλικίας έως 340 εκατομμυρίων ετών, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική έρευνα. Συγκεκριμένα πρόκειται για την υποθαλάσσια περιοχή γνωστή ως Λεκάνη του Ηροδότου , που βρίσκεται νοτιοανατολικά της Κρήτης, νοτιοδυτικά της Κύπρου και βόρεια της Αιγύπτου. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Ρόι Γκρανότ του Πανεπιστημίου Μπεν Γκουριόν του Ισραήλ, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό γεωεπιστημών "Nature Geoscience". Στους ωκεανούς της Γης λαμβάνει χώρα μια συνεχής ανακύκλωση, καθώς στις λεγόμενες ζώνες καταβύθισης ο φλοιός εισχωρεί στον μανδύα του πλανήτη για να αναδυθεί ξανά μετά από εκατομμύρια χρόνια. Ο βυθός των θαλασσών συνήθως έχει ηλικία όχι μεγαλύτε

Ένθετος Ζωδιακός Κύκλος σε τοιχογραφία εκκλησίας του Πηλίου.

Η ομάδα έρευνας των αστικών μυστικών θα μας ταξιδέψει στο θρυλικό βουνό της Μαγνησίας, στο όρος Πήλιο. Θα μεταβούμε νοερά στην μαγευτική Τσαγκαράδα ή ακόμη πιο συγκεκριμένα στις Μηλιές. Εκεί το ενδιαφέρον μας προσέλκυσε μια εκλησία, στην κεντρική πλατεία του χωριού. Ο Ιερός Ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών στις Μηλιές Πηλίου ο οποίος αποτελεί δείγμα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής με ιδιέταιρο κατασκευαστικά χαρακτήρα, αξιόλογες τοιχογραφίες και μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον.  Ο ρυθμός του είναι τρίκλιτη βασιλική με δώδεκα εσωτερικούς τρούλους και αποτελείται από τον πρόναο και τον κυρίως ναό. Χτίστηκε κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, από το 1741 έως το 1774, χωρίς καμπαναριό και με τέτοιο τρόπο ώστε το εξωτερικό του να μην προδίδει την αληθινή φύση του κτιρίου, για την προστασία του.  Από την προφορική παράδοση γνωρίζουμε, ότι η αγιογράφηση έχει γίνει από Αγιορείτη μοναχό και το τέμπλο, που είναι ξυλόγλυπτο και επιχρυσωμένο από ξύλο φλαμουριάς και έχει κατασκευαστεί από Ηπειρώτε