Ο άνθρωπος που μας ταξίδεψε μέσα στην κάμαρά μας, που συντρόφευσε τα παιδικά μας χρόνια όσο κανείς, δεν χρειάζεται φυσικά συστάσεις.
Ο Ιούλιος Βερν πυροδότησε τη φαντασία του κόσμου, αναγνωστικού κοινού και επιστημονικής κοινότητας, όσο λίγοι, με τις συναρπαστικές του ιστορίες να μεταφράζονται σε όλες σχεδόν τις γλώσσες της οικουμένης, για να έχει όλος ο πλανήτης τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή με το μοναδικό λογοτεχνικό του σύμπαν!
Από ταξιδιωτικές ιστορίες που κόβουν την ανάσα και διαδραματίζονται σε θάλασσα, στεριά, αέρα, διάστημα και άβυσσο, δεν άφησε τίποτα που να μην πιάσει στην αχαλίνωτη πένα του, προβλέποντας μάλιστα μια σειρά από τις σύγχρονες επαναστάσεις και τα μεγάλα κατορθώματα του ανθρώπου.
Ο νέος τύπος μυθιστορήματος που εγκαινίασε, η επιστημονική φαντασία, έκανε τον άνθρωπο να αναρωτηθεί φωναχτά για το αν ήταν πράγματι δυνατά όσα απεικόνιζε στα μυθιστορήματά του, από την κατάκτηση του διαστήματος μέχρι και την καταβύθιση στην άβυσσο! Κι όταν οι περισσότερες τελικά από τις «προβλέψεις» του θα γίνονταν προοδευτικά πραγματικότητα, η λογοτεχνική του ματιά δεν έχασε τίποτα από τη μαγεία και την επίδρασή της στον ανθρώπινο νου.
Ο Ιούλιος Βερν γεννήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου του 1828 στη Ναντ και ήταν το μεγαλύτερο από τα πέντε παιδιά ενός δικηγόρου, του Πέτρου Βερν, και της συζύγου του Σοφίας Αλλότ ντε λα Φυΐ (Sophie Allote de la Fuÿe), που καταγόταν από οικογένεια ευγενών.[5] Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο σπίτι με τους γονείς του στην πολυσύχναστη πόλη της Ναντς. Η οικογένεια περνούσε τα καλοκαίρια σ' ένα εξοχικό σπίτι, λίγο έξω από την πόλη, στις όχθες του ποταμού Λίγηρα. Εκεί ο Ιούλιος και ο αδελφός του Παύλος νοικιάζανε συχνά μία βάρκα για ένα φράγκο την ημέρα. Ο πατέρας του σκεπτόταν να πάρει τον Ιούλιο στο γραφείο του όταν θα μεγάλωνε. Αλλά ο μικρός και ευφάνταστος Ιούλιος είχε άλλες ιδέες. Η θέα των πολλών πλοίων που έπλεαν στον ποταμό πυροδότησε τη φαντασία του Ιούλιου, όπως ο ίδιος περιγράφει στο αυτοβιογραφικό του διήγημα "Souvenirs d'Enfance et de Jeunesse". Έτσι αγάπησε τη θάλασσα και τις ζωές και περιπέτειες των ναυτικών. Μα ο αρχικός του πόθος να γίνει ναυτικός δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, παρά μονάχα στις σελίδες των μυθιστορημάτων του. Ο Πέτρος Βερν ήταν οπαδός της αυστηρής πειθαρχίας και ήθελε να εφαρμόσει ο γιος του έναν αλύγιστο κώδικα ζωής. Σε ηλικία 9 ετών, ο Ιούλιος στάλθηκε μαζί με τον Παύλο σε οικοτροφείο. Σαν παιδί ανέπτυξε μεγάλο ενδιαφέρον για τα ταξίδια και τις εξερευνήσεις, ένα πάθος που έδειξε αργότερα ως συγγραφέας περιπετειών και επιστημονικής φαντασίας. Το ενδιαφέρον του στο γράψιμο συχνά είχε επιπτώσεις στην πρόοδό του σε άλλα θέματα.
Στο οικοτροφείο, ο Βερν σπούδασε Λατινικά, τα οποία χρησιμοποίησε στο διήγημα "Le Mariage de Monsieur Anselme des Tilleuls" στα μέσα της δεκαετίας του 1850. Η δεύτερη βιογράφος του Βερν (και εγγονή του) Μαργκερίτ Αλλότ ντε λα Φυγ,[6] διατύπωσε τη φήμη ότι ο Ιούλιος Βερν ήταν τόσο γοητευμένος με την περιπέτεια και απογοητευμένος από τον πατέρα του, ώστε σε ηλικία 11 ετών προσπάθησε στα κρυφά να μπει ως μούτσος στο πλήρωμα ενός εμπορικού πλοίου που θα ταξίδευε στις Δυτικές Ινδίες. Όμως κάποιος από τους μόνιμους ναύτες του πλοίου ειδοποίησε τον πατέρα του Ιούλιου ότι ο γιος του σχεδίαζε να το σκάσει κι έτσι το ταξίδι του τελείωσε πρόωρα. Αν και στην πραγματικότητα ο Ιούλιος Βερν ποτέ δεν έγινε ναυτικός, η αγάπη του για κάθε τι που συνδεόταν με τη θάλασσα χαρακτηρίζει ολόκληρη τη ζωή του και πολλά από τα βιβλία που έγραψε αργότερα αναφέρονταν στη θάλασσα. Μετά το λύκειο, πήγε στο Παρίσι για να σπουδάσει νομικά και να πάρει την άδεια του δικηγόρου ώστε να αναλάβει αργότερα το δικηγορικό γραφείο του πατέρα του...
Εγκαταστημένος πλέον στο Παρίσι, αντί να εντρυφήσει στη νομική επιστήμη, ο έφηβος Βερν νιώθει μια ακατανίκητη έλξη για το θέατρο. Ολοκληρώνει βέβαια τις σπουδές του, παίρνοντας το πολυπόθητο πτυχίο, και ανοίγει δικηγορικό γραφείο το 1850,την ίδια στιγμή που επιδίδεται φρενιασμένα στο γράψιμο: συγγράφει πολυάριθμα θεατρικά έργα, δράματα, ακόμα και οπερέτες.
Με την ενθάρρυνση του καλού του φίλου Αλέξανδρου Δουμά (τον συγγραφέα των «Τριών Σωματοφυλάκων»), ο Βερν εγκαταλείπει τη δικηγορία -πικραίνοντας ανεπανόρθωτα τον πατέρα του- για να εγκαινιάσει μια περίοδο 10 ετών συγγραφής θεατρικών έργων. Γνωστός και συνεπής λοιπόν θεατρικός συγγραφέας, ο Βερν ανεβάζει μια σειρά από παραστάσεις, που θα γνωρίσουν μάλιστα αρκετή επιτυχία στην εποχή τους.
Τα έσοδα ωστόσο από τις παραστάσεις δεν μπορούν να του εξασφαλίσουν τις ανέσεις που αποζητούσε, με τον ίδιο να ασχολείται ενεργά πλέον με το χρηματιστήριο, στην προσπάθειά του να αυξήσει τις μηνιαίες απολαβές του. Η καριέρα του χρηματιστή δεν θα μπορούσε ωστόσο να του πει λιγότερα, αν και του εξασφαλίζει μια άνετη ζωή.
Και την απαραίτητη οικονομική σταθερότητα φυσικά για να παντρευτεί την εκλεκτή της καρδιάς του, Honorine de Viane, μια νεαρή χήρα με δύο κόρες, το 1857. Την ίδια χρονιά εκδίδεται το πρώτο του βιβλίο «Le Salon de 1857»...
Την περίοδο 1859-1860, ο Βερν και η σύζυγός του κάνουν το πρώτο από τα περίπου 20 ταξίδια τους στις Βρετανικές Νήσους, με την ταξιδιωτική περιπέτεια να αποδεικνύεται αρκετά σημαίνουσα για το συγγραφικό έργο του Βερν, εμπνέοντάς τον να γράψει τη νουβέλα «Voyage en Angleterre et en Écosse». Το 1861 γεννιέται και ο γιος του, Μισέλ, ο μόνος απόγονος που θα αποκτήσει ο Ιούλιος.
Παρά το γεγονός ότι τα μυθιστορήματα του Βερν συνήθιζαν να απορρίπτονται από τους εκδότες ως «υπερβολικά επιστημονικά» ή αντιθέτως «αρκούντως ψεύτικα», η τύχη τους έμελλε να αλλάξει σύντομα, όπως και η μοίρα βέβαια του λογοτεχνικού είδους που άρχισε να υπηρετεί. Το 1862 ο Βερν γνωρίζει τον περίφημο εκδότη Jules Hetzel (τον εκδότη του Ουγκό), γεγονός που αποτέλεσε ουσιαστικά το αρχιμήδειο σημείο της λογοτεχνικής του καριέρας!
Ο Ιούλιος Βερν, ως συγγραφέας του φανταστικού, γεννιέται λοιπόν το 1863 με την έκδοση του βιβλίου «Πέντε Εβδομάδες με Αερόστατο» στο οποίο αφηγείται τις περιπέτειες ενός Άγγλου επιστήμονα, του Δρος Φέργκιουσον, ο οποίος προσπαθεί να διασχίσει την Αφρική από την ανατολική προς τη δυτική ακτή επιβαίνοντας σε ένα αερόστατο.
Η τεχνολογική «πινελιά» στο βιβλίο αυτό έγκειται στο ότι το αερόστατο του Δρος Φέργκιουσον χρησιμοποιεί υδρογόνο τόσο για την πλήρωση του σάκου όσο και για τη θέρμανση του αερίου σε αυτόν. Ετσι ο πιλότος μπορεί να πετύχει τον έλεγχο της ανόδου και της καθόδου κατά βούληση, θερμαίνοντας το υδρογόνο στον σάκο για την άνοδο και ψύχοντάς το για την κάθοδο, σε αντίθεση με τα αερόστατα της εποχής, στα οποία οι επιβάτες απέρριπταν έρμα για την άνοδο και περίμεναν τη διαφυγή ή την ψύξη του αερίου για την κάθοδο. Το στοιχείο αυτό αποτελεί ένα μικρό μόνο μέρος όλου του βιβλίου, αποδείχθηκε όμως πολύ σημαντικό στην τεράστια επιτυχία του. Από τότε στα υπόλοιπα 53 βιβλία της σειράς ο Ιούλιος Βερν προσπαθούσε, όσο μπορούσε, να περιλαμβάνει στην πλοκή εφευρέσεις ή καταστάσεις που φαίνονταν «λογικές» στην εποχή του, ως αποτέλεσμα της τεχνολογικής εξέλιξης γνωστών επιστημονικών ανακαλύψεων. Αλλες από αυτές τις ιδέες του πραγματοποιήθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα, άλλες σε μεγαλύτερο και άλλες απλώς παρέμειναν ως ενδιαφέρουσες αλλά ακόμη ανεφάρμοστες συλλήψεις ενός δημιουργικού μυαλού.
Μετά την επιτυχία του "Πέντε εβδομάδες με αερόστατο" ο Βερν έγινε γνωστός ως συγγραφέας και μπορούσε πλέον να συντηρείται μόνο με τη συγγραφή. Τα επόμενα χρόνια έγραψε πάρα πολλά μυθιστορήματα που συνήθως δημοσιεύονταν σε συνέχειες στο 15ήμερο περιοδικό του Ετζέλ Magazine d'Éducation et de Récréation πριν εκδοθούν ως βιβλία. Το βάρος επικεντρώνονταν σε μυθιστορήματα ταξιδιών και περιπετειών. Ο Βερν και ο Ετζέλ αποτέλεσαν ένα εξαιρετικό δίδυμο συγγραφέα-εκδότη μέχρι τον θάνατο του Ετζέλ το 1886. Ακολουθώντας τις συμβουλές του Ετζέλ, ο Ιούλιος Βερν πρόσθετε κωμικές πινελιές στα μυθιστορήματά του, άλλαζε τις δυσάρεστες καταλήξεις των έργων του σε ευχάριστες, και περνούσε ήπια διάφορα πολιτικά μηνύματα.
Τα βιβλία του Βερν, που απευθύνονταν κυρίως σε νεανικό και σχετικά μορφωμένο αρσενικό κοινό, δεν ήταν επιτυχημένα μόνο στη Γαλλία αλλά, χάρη στις μεταφράσεις τους, και σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική. Τα γνωστότερα έργα του είναι: "Ταξίδι στο κέντρο της Γης" (1864), "Από τη Γη στη Σελήνη" (1865), "20.000 λεύγες κάτω από τη θάλασσα" (1869) και "Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες" (1873), τα οποία και σταθεροποίησαν τη φήμη του συγγραφέα σ' ολόκληρο τον κόσμο. Ο "Γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες" ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία του Βερν από άποψη πωλήσεων και διασκευάστηκε επιτυχώς για το θέατρο. Το 1876 εκδόθηκε το πολιτικό δράμα "Μιχαήλ Στρογκόφ", που κι αυτό με τη σειρά του διασκευάστηκε με τη συνεργασία του Αντόλφ ντ'Εννερί σε επιτυχημένο θεατρικό έργο και αποζημίωσε τον Ιούλιο Βερν για τις απογοητεύσεις που δοκίμασε με τα θεατρικά έργα που έγραψε στην αρχή της σταδιοδρομίας του. Το έργο αυτό γυρίστηκε αργότερα σε ομιλούσα κινηματογραφική ταινία, κάτι που δεν μπόρεσε να συλλάβει η ισχυρή φαντασία του Βερν.
Το 1867, ο Βερν αγόρασε ένα μικρό πλοίο, το Σεν Μισέλ, το οποίο αντικαταστάθηκε διαδοχικά από το Σεν Μισέλ ΙΙ και το Σεν Μισέλ ΙΙΙ, όσο βελτιώνονταν τα οικονομικά του συγγραφέα. Με το Σεν Μισέλ ΙΙΙ, ο Ιούλιος Βερν ταξίδεψε σ' όλη την Ευρώπη. Το 1870, του δόθηκε ο τίτλος του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής. Μετά το 1880, αν και πέρασε πλέον το ζενίθ της δημιουργικότητάς του, ο Ιούλιος Βερν συνέχισε να γράφει και να δημοσιεύει έργα σχεδόν χωρίς διάλειμμα. Η πίστη του όμως στα τεχνικά επιτεύγματα σιγά-σιγά εξασθένησε και από πολιτικής άποψης έγινε πιο συντηρητικός. Παρά τις επιτυχίες του, δεν κατάφερε το 1883 να γίνει μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας, όπως ήταν η επιθυμία του. Έτσι, άρχισε να κάνει πολλά ταξίδια, εν μέρει με ιδιόκτητα μηχανοκίνητα ιστιοφόρα και διατηρούσε ένα εντυπωσιακό σπίτι στην Αμιένη όπου ζούσε και από όπου καταγόταν η σύζυγός του.
Στις 9 Μαρτίου του 1886, καθώς ο Ιούλιος Βερν επέστρεφε στο σπίτι του, ο 25χρονος ανιψιός του, Γκαστόν, τον πυροβόλησε δύο φορές με πιστόλι. Η πρώτη σφαίρα αστόχησε αλλά η δεύτερη βρήκε το αριστερό πόδι του Βερν, αφήνοντάς του μόνιμη χωλότητα που δεν κατέστη δυνατό να αντιμετωπιστεί. Αυτό το περιστατικό αποσιωπήθηκε από τα μέσα ενημέρωσης, αλλά ο Γκαστόν πέρασε την υπόλοιπη ζωή του σε ψυχιατρικό άσυλο.
Μετά τον θάνατο της αγαπημένης του μητέρας (1887), κι αφού είχε προηγηθεί ο θάνατος του Ετζέλ (1886), ο Ιούλιος Βερν άρχισε να γράφει πιο σκοτεινά έργα. Αυτό μπορεί να οφείλεται εν μέρει σε αλλαγές στην προσωπικότητά του, αλλά ένας σημαντικός παράγοντας είναι το γεγονός ότι ο γιος του Ετζέλ, ο οποίος ανέλαβε την επιχείρηση του πατέρα του, δεν ήταν τόσο αυστηρός στις διορθώσεις του όσο ήταν ο Ετζέλ. Το 1888, ο Ιούλιος Βερν μπήκε στην πολιτική και εξελέγη δημοτικός σύμβουλος της Αμιένης, θέση την οποία υπηρέτησε επί 15 χρόνια. Στις 24 Μαρτίου 1905, κι ενώ έπασχε από διαβήτη, ο Ιούλιος Βερν πέθανε στο σπίτι του επί της Boulevard Longueville 44 (σημερινή Boulevard Jules-Verne). Ο γιος του, Μισέλ Βερν, επέβλεψε την έκδοση των μυθιστορημάτων Η Εισβολή της Θάλασσας και Ο Φάρος στην Άκρη του Κόσμου.
Το 1863, ο Ιούλιος Βερν έγραψε ένα μυθιστόρημα με τίτλο Το Παρίσι στον 20ό αιώνα, όπου ένας νεαρός άνδρας ζει σ' έναν κόσμο με γυάλινους ουρανοξύστες, τρένα υψηλής ταχύτητας, αυτοκίνητα που κινούνται με φυσικό αέριο, αριθμομηχανές κι ένα παγκόσμιο δίκτυο επικοινωνιών, αλλά δεν μπορεί να βρει την ευτυχία και καταλήγει σ' ένα τραγικό τέλος. Ο Ετζέλ σκέφτηκε ότι η απαισιοδοξία του μυθιστορήματος θα έβλαπτε την ακμάζουσα καριέρα του Βερν και πρότεινε να περιμένει 20 χρόνια για να το δημοσιεύσει. Ο Βερν έβαλε το χειρόγραφο σ' ένα ασφαλές σημείο, όπου ανακαλύφθηκε το 1989. Δημοσιεύθηκε το 1994, και την ίδια εποχή δημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά πολλά άλλα μυθιστορήματα και διηγήματα του Βερν.
Ο Ιούλιος Βερν συνάρπασε τη φαντασία όχι μόνο της Γαλλίας, όπου γεννήθηκε, αλλά και όλης της ευρωπαϊκής ηπείρου και της Αμερικής. Τα μυθιστορήματά του μεταφράστηκαν σχεδόν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου. Έγραψε ταξιδιωτικές ιστορίες που διαδραματίζονται σε θάλασσες, σε στεριές και στον αέρα, προβλέποντας μερικά από τα σύγχρονα κατορθώματα του ανθρώπου. Έτσι εγκαινίασε νέο τύπο μυθιστορήματος, που ανατάραξε τη φαντασία των ανθρώπων και τους έκανε να στραφούν ψηλά και να ερευνήσουν τον ουρανό έχοντας το ερώτημα αν είναι πραγματικά δυνατή η πτήση στο διάστημα. Έκανε επίσης τους ανθρώπους να στρέψουν το ενδιαφέρον τους στους βυθούς των ωκεανών και να μελετήσουν αν υπήρχε δυνατότητα να κατακτήσουν τον υποβρύχιο κόσμο. Σήμερα, παρόλο που οι περισσότερες φανταστικές του ιστορίες έγιναν πραγματικότητα, τα έργα του εξακολουθούν να είναι αγαπητά για την πρωτοτυπία τους και το κοσμαγάπητο ύφος τους.
Καθώς ο Ιούλιος Βερν ήταν επί σειρά ετών κάτοικος της Αμιένης, πολλά μέρη της πόλης πήραν το όνομά του. Στην Αμιένη επίσης βρίσκεται ο τάφος του. Το σπίτι όπου έζησε είναι σήμερα μουσείο. Ένα εστιατόριο που βρίσκεται στον Πύργο του Άιφελ στο Παρίσι ονομάστηκε Le Jules Verne.[7] Το 1954, το πρώτο ατομικό υποβρύχιο του κόσμου, το αμερικάνικο Ναυτίλος (Nautilus), πήρε το όνομά του από το ομώνυμο υποβρύχιο του πλοιάρχου Νέμο από το 20.000 λεύγες κάτω από τη θάλασσα. Επίσης, πολλά από τα μυθιστορήματα του Ιουλίου Βερν γυρίστηκαν σε ταινίες.
Στην Ελλάδα, υπάρχει οδός Ιουλίου Βερν στο χωριό Αρκάσα της Καρπάθου[8]. Οδός Ιουλίου Βερν υπάρχει επίσης στη Λεμεσό της Κύπρου. Το 1993 κυκλοφόρησε τραγούδι με τίτλο «Ιούλιος Βερν» με ερμηνεύτρια την Αλέκα Κανελλίδου, σε μουσική του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και στίχους του Άκου Δασκαλόπουλου.
Πηγή: Βικιπαίδεια
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου