Ολοι γνωρίζουμε ότι το μετάξι, μία από τις πολυτιμότερες κλωστικές
ίνες, ζωικής προέλευσης, παράγεται από την κάμπια του μεταξοσκώληκα όταν
φτιάχνει το κουκούλι της. Υπάρχει όμως και ένας άλλος, εξαιρετικά
σπάνιος, τύπος μεταξιού, γνωστός ως ''μετάξι της θάλασσας'' ή βύσσος, ο
οποίος φτιάχνεται από ένα υγρό που εκκρίνει η πίνα (Pinna Nobilis),
ένα όστρακο που ομοιάζει με τεράστιο μύδι. Στον αρχαίο κόσμο των Αιγυπτίων και των Ελλήνων η βύσσος ήταν η εκλεκτότερη
υφαντική ύλη, κυρίως εξαιτίας της ιδιότητάς της να λάμπει στον ήλιο, ενώ
ενδεικτικό της μοναδικότητάς της αποτελεί το γεγονός ότι αναφέρεται
ακόμη και στην περίφημη Στήλη της Ροζέτα.
Σύμφωνα με το BBC, σήμερα είναι πολύ πιθανόν να έχει απομείνει μόλις ένα άτομο το οποίο μπορεί και εξακολουθεί να συλλέγει τη βύσσο, να τη γνέθει και να την κάνει να λάμπει σαν χρυσός: η Κιάρα Βίγκο από το Σαντ' Αντίοκο, ένα νησί στο νοτιοδυτικό άκρο της Σαρδηνίας.
Σύμφωνα με την Κιάρα Βίγκο, η τέχνη της επεξεργασίας της βύσσου έφτασε στο Σαντ' Αντίοκο χάρη στην πριγκίπισσα Βερενίκη, δισεγγονή του Ηρώδη του Μέγα, κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του πρώτου αιώνα μ.Χ. Ως και την εποχή του Μουσολίνι υπήρχε ένας σημαντικός αριθμός γυναικών κυρίως στη Νότια Ιταλία οι οποίες γνώριζαν πώς να κατεργάζονται και να υφαίνουν τη βύσσο. Κάποιες από αυτές αποπειράθηκαν μάλιστα να στήσουν μια μικρή επιχείρηση, δίχως ωστόσο επιτυχία.
Σύμφωνα με το BBC, σήμερα είναι πολύ πιθανόν να έχει απομείνει μόλις ένα άτομο το οποίο μπορεί και εξακολουθεί να συλλέγει τη βύσσο, να τη γνέθει και να την κάνει να λάμπει σαν χρυσός: η Κιάρα Βίγκο από το Σαντ' Αντίοκο, ένα νησί στο νοτιοδυτικό άκρο της Σαρδηνίας.
Σύμφωνα με την Κιάρα Βίγκο, η τέχνη της επεξεργασίας της βύσσου έφτασε στο Σαντ' Αντίοκο χάρη στην πριγκίπισσα Βερενίκη, δισεγγονή του Ηρώδη του Μέγα, κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του πρώτου αιώνα μ.Χ. Ως και την εποχή του Μουσολίνι υπήρχε ένας σημαντικός αριθμός γυναικών κυρίως στη Νότια Ιταλία οι οποίες γνώριζαν πώς να κατεργάζονται και να υφαίνουν τη βύσσο. Κάποιες από αυτές αποπειράθηκαν μάλιστα να στήσουν μια μικρή επιχείρηση, δίχως ωστόσο επιτυχία.
''Το εργοστάσιο έκλεισε έπειτα από τρεις μήνες. Πρόκειται για
κάτι από το οποίο δεν μπορεί κανείς να αποκομίσει κέρδος. Παραδόξως κάτι
κακό συνέβη στους ανθρώπους που θέλησαν κατά το παρελθόν να
κατεργαστούν τη βύσσο σε μεγάλη κλίμακα. Είναι σαν να στέλνει κάποιο
μήνυμα ο Θεός'' ανέφερε χαρακτηριστικά στον απεσταλμένο του BBC η Εβαγκελίνα Κάμπι, καθηγήτρια Ιταλικής Ιστορίας και συγγραφέας του βιβλίου «Το μετάξι της θάλασσας».
Σήμερα υπάρχουν ακόμη μερικές ηλικιωμένες γυναίκες στην Απουλία που
γνωρίζουν πώς να υφαίνουν τη βύσσο αλλά καμία δεν είναι σε θέση να τη
βάφει με παραδοσιακά χρώματα ή να την κάνει να λάμπει με τον τρόπο που
το κάνει η Κιάρα Βίγκο, η μοναδική η οποία εξακολουθεί να τη συλλέγει με
τα ίδια της τα χέρια.
Το όλο θέμα προσέλκυσε το ενδιαφέρον της ομάδας έρευνας των αστικών μυστικών και έχοντας ψάξει διεξοδικά το θέμα αποκαλύπτουμε κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία που όπως θα δείτε ανατρέπουν για άλλη μια φορά τα δεδομένα...
Συγκεκριμένα αναζητήσαμε την σημασία της λέξης Βύσσος (η βύσσος). Στο ετυμολογικόν το μέγα ο όρος βύσσος απαντά σε είδος βοτάνης και μάλιστα αναφέρεται εξ ου και τα απ αυτής βαπτόμενα ιμάτια, βύσσινα λέγονται.
Το όλο θέμα προσέλκυσε το ενδιαφέρον της ομάδας έρευνας των αστικών μυστικών και έχοντας ψάξει διεξοδικά το θέμα αποκαλύπτουμε κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία που όπως θα δείτε ανατρέπουν για άλλη μια φορά τα δεδομένα...
Συγκεκριμένα αναζητήσαμε την σημασία της λέξης Βύσσος (η βύσσος). Στο ετυμολογικόν το μέγα ο όρος βύσσος απαντά σε είδος βοτάνης και μάλιστα αναφέρεται εξ ου και τα απ αυτής βαπτόμενα ιμάτια, βύσσινα λέγονται.
Στο Lexicon: Ex tribus codicibus manuscriptis nunc primum, Τόμος 1 αναφέρεται ότι βυσσός είναι ο βυθός σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και στο ίδιο χωρίο αναφέρει το λήμμα βύσσος ως είδος βοτάνης.
Επίσης σε άρθρο της εφημερίδας καθημερινής που τιτλοφορείται Τα αρχαία μνημεία των ονομάτων
και σε μια προσπάθεια να ερμηνευτεί η δημιουργία των λέξεων, αναφέρεται ότι ανάλογα με τις προκλήσεις που δεχόταν, ο άνθρωπος μπορούσε πλέον να
κατασκευάζει λέξεις/ονόματα που συμβόλιζαν πραγματικά αντικείμενα.
Αρκούσε, επομένως, η εκφορά ενός τέτοιου συμβόλου/ονόματος για να
αναπλαστεί και να μεταδοθεί η εικόνα του αντίστοιχου αντικειμένου, εφ'
όσον βεβαίως ο δέκτης του μηνύματος ήταν ή είναι μέλος της κοινότητας
που χρησιμοποιεί τον ίδιο λεκτικό κώδικα επικοινωνίας, την ίδια γλώσσα...
Στο ίδιο άρθρο ο συγγραφέας αναφέρεται στην περίπτωση μας, ''Ο Παυσαvίας επίσης μας πληροφορεί ότι από όλες τις περιοχές της Ελλάδας η
Ηλεία ήταν η μόνη στην οποία καλλιεργούνταν η βύσσος και ότι από τη
βύσσο παράγονταν κλωστές για πολύ λεπτά υφάσματα (Ηλιακώv Α, V: 2. Β,
XXVI: 6). Ακόμη παλιότερα (5ος αι. π. Χ.), ο Ηρόδοτος αναφέρει τελαμώνες
«σινδόνος βυσσίνης» (λεπτούς επιδέσμους), με τους οποίους οι μεν
Αιγύπτιοι περιτύλιγαν τις μούμιες μετά την ταρίχευση (II: 86), οι δε
Πέρσες έδεναν τα τραύματα (VII, 181). Από δε τον γεωγράφο Στράβωνα
(δεύτερο μισό 1ου αι. π. Χ. - πρώτο τέταρτο 1ου αι. μ. Χ.) μαθαίνουμε
ότι στην Ινδία το άνθος ορισμένων δέντρων είναι μαλλί, από το οποίο
υφαίνονται λεπτά υφάσματα (15. Ι. 21). Προφανώς πρόκειται για το
βαμβάκι, η καλλιέργεια του οποίου, λίγο μετά το 3000 π. Χ., έχει
αρχαιολογικά τεκμηριωθεί στο νότιο τμήμα της κοιλάδας του Ινδού ποταμού,
όπου ήκμασε μεγάλος πρωτοαστικός πολιτισμός. Ισως για τον λόγο αυτό
νεότεροι συγγραφείς ερμηνεύουν το όνομα «βύσσος», του Ηροδότου και του
Παυσανία, ως «ιvδικό βαμβάκι». (αυτό το κρατάμε).
Στον όμηρο βύσσος είναι το πολύ λεπτό ύφασμα που οι ίνες του προέρχονται εκ της θαλάσσης ομοίως με τα δεδομένα της ανάρτησης μας ...
Προσέξτε, παρακαλώ τώρα, το ότι ο Ηρόδοτος και ο Παυσανίας αναφέρονται στο βαμβάκι και στις χρήσεις του από τους γειτονικούς λαούς με μας στην μεσόγειο είναι γεγονός. Επίσης γεγονός είναι ότι στην Ινδία καλλιεργούνταν βαβμβάκι το 3000 πχ και ότι υπήρχε η γνώση της επεξεργασίας του. Το ερώτημα που διατυπώνεται είναι γιατί το όνομα για το βαμβάκι είναι βυσσός (Ελληνικότατο) και δεν μας μεταφέρθηκε με το όνομα του στον τόπο καταγωγής του ... Επίσης για να έρθει στην Ελλάδα προφανώς ακολούθησε τον δρόμο του εμπορίου. Στο σημείο αυτό βρίσκεται και το εκπληκτικό ... ενώ οι αρχαίοι πρόγονοι μας ήταν αποδεδειγμένα ναυτικός λαός και έκαναν εμπόριο σε όλη την Μεσόγειο, το βαμβάκι που το ονοματίζουμε μάλιστα με Ομηρική (παλαιότατη Ελληνική) λέξη μας το μετέφερε κάποιος άλλος λαός, επίσης ναυτικός (?) και κάπου 800 χρόνια μετά από την χρήση, άρα και δημιουργία της λέξης που το περιγράφει.
Τα συμπεράσματα δικά σας...
Τα συμπεράσματα δικά σας...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου