Ο Αετός (Λατινικά, ονομαστική: Aquila, γενική Aquilae, αστρον. σύμβολο: Aql), είναι αστερισμός που σημειώθηκε στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και είναι ένας από τους 88 επίσημους αστερισμούς που αναγνώρισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση.
Ο Αστερισμός του Αετού θεωρείται ως ένας από τους ωραιότερους αστερισμούς. Βρίσκεται δε κατά το ήμισυ στο βόρειο και κατά το άλλο ήμισυ στο νότιο ουράνιο ημισφαίριο. Εν μέρει δε κείται εντός του Γαλαξία. Επειδή όμως εκτείνεται περισσότερο στο Β. ημισφαίριο συγκαταλέγεται στους βόρειους αστερισμούς.
Κατά ουράνια θέση βρίσκεται νότια του αστερισμού της Λύρας και βόρεια του Τοξότη μεταξύ του Υδροχόου και του Οφιούχου. Είναι αμφιφανής στην Ελλάδα.
Αναγνωρίζεται σχετικά εύκολα από τους τρεις λαμπρούς αστέρες του που αποτελούν περίπου ευθεία γραμμή. Ο μεσαίος που είναι και ο λαμπρότερος, πρώτου μεγέθους, ονομάζεται «Αετός» ή «Αλτάιρ» (αραβικό όνομα) όπως και ονομάζεται σήμερα (Altair). Αμυδροί αστέρες εντός του αστερισμού του Αετού απετέλεσαν τον αστερισμό του Αντίνοου τον οποίο αναφέρει και ο Πτολεμαίος. Επίσης το ίδιο σε ξεχωριστό αστερισμό ανήγαγε τους αμυδρούς αυτούς αστέρες και ο Τύχων Μπραχέ το 1602.
Σήμερα όμως δεν αναγνωρίζεται ως ιδιαίτερος αστερισμός. Έτσι ο αστερισμός του Αετού απαρτίζεται μαζί με εκείνους του Αντίνοου από 73 αστέρες ορατούς με γυμνό μάτι, δηλαδή αστέρες 1ου μέχρι 6ου μεγέθους. Ιδία ονομασία φέρουν μόνο ο Αλτάιρ και ο άνωθεν αυτού γ που διατηρεί την αραβική ονομασία «Ταραζέντ».
Ο Αστερισμός του Αετού θεωρείται ως ένας από τους ωραιότερους αστερισμούς. Βρίσκεται δε κατά το ήμισυ στο βόρειο και κατά το άλλο ήμισυ στο νότιο ουράνιο ημισφαίριο. Εν μέρει δε κείται εντός του Γαλαξία. Επειδή όμως εκτείνεται περισσότερο στο Β. ημισφαίριο συγκαταλέγεται στους βόρειους αστερισμούς.
Κατά ουράνια θέση βρίσκεται νότια του αστερισμού της Λύρας και βόρεια του Τοξότη μεταξύ του Υδροχόου και του Οφιούχου. Είναι αμφιφανής στην Ελλάδα.
Αναγνωρίζεται σχετικά εύκολα από τους τρεις λαμπρούς αστέρες του που αποτελούν περίπου ευθεία γραμμή. Ο μεσαίος που είναι και ο λαμπρότερος, πρώτου μεγέθους, ονομάζεται «Αετός» ή «Αλτάιρ» (αραβικό όνομα) όπως και ονομάζεται σήμερα (Altair). Αμυδροί αστέρες εντός του αστερισμού του Αετού απετέλεσαν τον αστερισμό του Αντίνοου τον οποίο αναφέρει και ο Πτολεμαίος. Επίσης το ίδιο σε ξεχωριστό αστερισμό ανήγαγε τους αμυδρούς αυτούς αστέρες και ο Τύχων Μπραχέ το 1602.
Σήμερα όμως δεν αναγνωρίζεται ως ιδιαίτερος αστερισμός. Έτσι ο αστερισμός του Αετού απαρτίζεται μαζί με εκείνους του Αντίνοου από 73 αστέρες ορατούς με γυμνό μάτι, δηλαδή αστέρες 1ου μέχρι 6ου μεγέθους. Ιδία ονομασία φέρουν μόνο ο Αλτάιρ και ο άνωθεν αυτού γ που διατηρεί την αραβική ονομασία «Ταραζέντ».
Το όνομα Αετός του αστερισμού οφείλεται στον μυθολογικό αετό του Διός
που στο σύμπλεγμα αυτό των αστέρων οι αρχαίοι Έλληνες φαντάζονταν ότι
έβλεπαν αετό να ίπταται και να μεταφέρει με τα νύχια του τον Γανυμήδη στον Δία
προκειμένου να τον υπηρετήσει ως οινοχόος. Αργότερα ο Αδριανός για να
τιμήσει τον ευνοούμενό του τον Αντίνοο αντικατέστησε στον αστερισμό τον
Γανυμήδη δια του Αντινόου, και ονόμασε Γανυμήδη τον αστερισμό του Υδροχόου. Οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς αναφέρουν τον αστερισμό με διάφορες ονομασίες, όπως «Διός Όρνις», «Οιωνών Βασιλεύς» στον Πίνδαρο και «Βάσανος» ή «Βασανιστήριον», παραπέμποντας στον αετό του μύθου του Προμηθέα. Αναφέρεται επίσης ως «Γυψ», ονομασία που πέρασε και στους Λατίνους συγγραφείς ως Vultur volans.
Πηγή: Βικιπαίδεια, η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου