Αγ. Μαυρίκιος |
Κουμαρί Καντάμ, όπου ήκμασε ο αρχαίος πολιτισμός των Ταμίλ- ο πρώτος πολιτισμός του κόσμου.
Ας δούμε όμως τα επιστημονικά δεδομένα.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του New Scientist που τιτλοφορείται Long-lost continent found submerged deep under Indian Ocean, τα πρώτα στοιχεία για την ύπαρξη της ηπείρου προέκυψαν όταν διαπιστώθηκε ότι κάποια τμήματα του Ινδικού Ωκεανού είχαν ισχυρότερα βαρυτικά πεδία από άλλα, κάτι που μεταφράζεται σε πιο παχιά τμήμα φλοιού.
Όσον αφορά στο μέγεθος της ηπείρου, εκτιμάται πως η Μαυρικία πριν από 85 εκατομμύρια χρόνια ήταν μια μικρή ήπειρος, μεγέθους περίπου του 1/4 της Μαδαγασκάρης και βρισκόταν ανάμεσα στην Ινδία και τη Μαδαγασκάρη, η απόσταση των οποίων ήταν πολύ πιο κοντά τότε. Όταν άρχισαν να απομακρύνονται, η Μαυρικία άρχισε να διαστέλλεται και να διασπάται. Θεωρείται ότι και άλλα ηφαιστειογενή νησιά στον Ινδικό, περιλαμβανομένων των Καργκάντος Καράχος, Λακσαντγουΐπ και Τσάγκος, βρίσκονται επίσης πάνω σε κομμάτια της Μαυρικίας.
Η συγκεκριμένη ήπειρος ήταν απομεινάρι από τη διάσπαση της υπερ-ηπείρου Γκοντβάνα, η οποία άρχισε πριν από 200 εκατομμύρια χρόνια. Το κομμάτι αυτό του φλοιού, που στη συνέχεια καλύφθηκε από «νεαρή» λάβα κατά τη διάρκεια ηφαιστειακών εκρήξεων, φαίνεται να είναι ένα μικρό κομμάτι της αρχαίας αυτής ηπείρου, που αποκόπηκε από τη Μαδαγασκάρη όταν η Αφρική, η Ινδία, η Αυστραλία και η Ανταρκτική διαχωρίστηκαν, με αποτέλεσμα τη δημιουργία του Ινδικού Ωκεανού. «Μελετούμε τη διαδικασία της διάσπασης των ηπείρων, για να κατανοήσουμε τη γεωλογική ιστορία του πλανήτη» αναφέρειι ο καθηγητής Lewis Ashwal, του Πανεπιστημίου του Witwatersrand στη Νότια Αφρική, επικεφαλής συντάκτης εργασίας με τίτλο ''Archaean zircons in Miocene oceanic hotspot rocks establish ancient continental crust beneath Mauritius''
Εξετάζοντας ζιρκόνιο που βρέθηκε σε βράχους που αναδύθηκαν μαζί με τη λάβα κατά τη διάρκεια ηφαιστειακών εκρήξεων, ο Ashwal και οι συνάδελφοί του, Michael Wiedenbeck από το Γερμανικό Ερευνητικό Κέντρο Γεωεπιστημών (GFZ) και Trond Torsvik από το Πανεπιστήμιο του Όσλο, διαπίστωσαν πως τα υπολείμματα του ορυκτού ήταν πάρα πολύ παλαιά για να ανήκουν στο ίδιο το νησί του Μαυρικίου.
«Η Γη αποτελείται από δύο κομμάτια, τις ηπείρους, που είναι “παλαιές” και τους ωκεανούς, που είναι “νέοι”. Στις ηπείρους βρίσκει κανείς βράχους ηλικίας άνω των 4 δισ. ετών ενώ στους ωκεανούς δεν συναντάς κάτι τέτοιο,γιατί εκεί είναι που σχηματίζονται οι νέοι βράχοι» εξηγεί ο Ashwal. «Ο Μαυρίκιος είναι ένα νησί και δεν υπάρχει βράχος ηλικίας μεγαλύτερης των 9 εκατ. ετών στο νησί. Ωστόσο, εξετάζοντας τους βράχους στο νησί, βρήκαμε ζιρκόνιο ηλικίας μέχρι και 3 δισ. ετών». Σημειώνεται πως η νήσος είναι ηλικίας 8 εκατομμυρίων ετών.
Το ζιρκόνιο, ή ζιρκονίτης, συναντάται κυρίως σε όγκους γρανίτη από ηπείρους. Περιέχονται μικρές ποσότητες ουρανίου, θορίου και μολύβδου και εξαιτίας του ότι μπορούν να επιβιώνουν της γεωλογικής δραστηριότητας, προκύπτει ένα πλούσιο «αρχείο» γεωλογικών διαδικασιών και καθίσταται δυνατή η πολύ ακριβής χρονολόγηση.
«Το γεγονός ότι έχουμε βρει ζιρκόνια τέτοιας ηλικίας αποδεικνύει πως υπάρχουν πολύ παλαιότερα κρυσταλλικά υλικά κάτω από τον Μαυρίκιο, που θα μπορούσαν να έχουν προέλθει μόνο από μια ήπειρο» συμπληρώνει ο Ashwal.
Δεν πρόκειται για την πρώτη φορά που ζιρκόνια ηλικίας δισεκατομμυρίων ετών ανακαλύπτονται στο νησί. Στο πλαίσιο ερευνών το 2013, είχαν βρεθεί ίχνη του ορυκτού σε άμμο παραλίας. Ωστόσο, εκείνη η έρευνα είχε δεχτεί επικρίσεις, όπως το ότι το ορυκτό μπορεί να είχε φτάσει με τον αέρα, ή σε τροχούς αυτοκινήτων ή σε παπούτσια επιστημόνων.
«Το γεγονός ότι βρήκαμε τα αρχαία ζιρκόνια σε βράχο (ηλικίας 6 εκατ. ετών) επαληθεύει την προηγούμενη έρευνα και καταρρίπτει κάθε υπόθεση περί μεταφοράς μέσω αέρος, κυμάτων κ.α.» λέει ο Ashwal- ο οποίος εικάζει πως υπάρχουν πολλά κομμάτια «χαμένης ηπείρου» διαφόρων μεγεθών- που αποκαλείται συλλογικά «Μαυρικία»- στον Ινδικό Ωκεανό, καταλοίπων από τη διάσπαση της Γκοντβάνα. Για περισσότερες πληροφορίες ανατρέξατε στον ιστότοπο του PhysOrg στο άρθρο
Researchers confirm the existence of a 'lost continent' under Mauritius που αποτέλεσε και πηγή για την έρευνα μας.
Όσον αφορά την Γκοντβάνα, διαβάζουμε στην Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια ότι ήτο αρχαία υπερήπειρος. Θεωρείται ότι δημιουργήθηκε πριν 570 με 510 εκατομμύρια χρόνια πριν, από την ένωση της ανατολικής Γκοντβάνας με τη Δυτική Γκοντβάνα. Η Γκοτβάνα δημιουργήθηκε πριν την Παγγαία, της οποίας αργότερα έγινε τμήμα.
Περίπου 300 εκατομμύρια χρόνια πριν, η Γκοντβάνα και η Λαυρασία ενώθηκαν για να σχηματίσουν την υπερήπειρο Παγγαία, η οποία υπήρχε μέχρι πριν 200-180 εκατομμύρια χρόνια πριν. Στη συνέχεια, η Γκοντβάνα χωρίστηκε από τη Λαυρασία, στα μέσα του Μεσοζωικού αιώνα, με τη διάσπαστη της Παγγαίας, κινούμενη προς τα νότια. Στη συνέχεια η Γκοντβάνα χωρίστηκε σε επιμέρους ηπείρους.
Η Γκοντβάνα περιλάμβανε τις περισσότερες από τις εκτάσεις γης στο σημερινό νότιο ημισφαίριο, συμπεριλαμβανομένων της Ανταρκτικής, της Νότιας Αμερικής, της Αφρικής, της Μαδαγασκάρης και της Αυστραλίας, καθώς και την Αραβική Χερσόνησο και την Ινδική Υποήπειρο, οι οποίες πλέον έχουν μετακινηθεί ολόκληρες στο βόρειο ημισφαίριο.
΄Τέλος περί Λεμουρίας ή Μού, ανατρέχοντας και πάλι στην Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια διαβάζουμε:
Σχεδόν κάθε μύθος έχει τις ρίζες του στην αμάθεια και στην άγνοια του ανθρώπου ως προς το περιβάλλον και τους νόμους του. Θα μπορούσε ο μύθος της Λεμούριας να ξεφύγει από αυτό το βασικό μοτίβο, όταν οι Ευρωπαίοι εξερευνητές εισήλθαν για πρώτη φορά στον νότιο Ειρηνικό Ωκεανό περίμεναν να βρουν μια μεγάλη ήπειρο, κάπου στα δυτικά της Νότιας Αμερικής. Αν και η εν λόγω ανακάλυψη καθυστερούσε, η πεποίθηση για την ύπαρξη της άγνωστης ηπείρου ήταν τόσο θεμελιωμένη, με αποτέλεσμα αρκετοί χαρτογράφοι να τοποθετούν στους παγκόσμιους χάρτες μια ακαθόριστων διαστάσεων ήπειρο στη μέση του Ειρηνικού, την οποία ονόμασαν Terra Australis Incognita ή αλλιώς « η μεγάλη άγνωστη ήπειρος του Νότου ».
Η πρώτη αναφορά για την νέα ήπειρο εμφανίστηκε αρχικά στις εργασίες του Augustus le Plongeon ο οποίος σε έρευνες που διεξήγαγε για τους Μάγια του Γιουκατάν, ανήγγειλε ότι είχε μεταφράσει τις αρχαίες γραφές των Μάγια οι οποίες σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του έδειχναν ότι οι Μάγια του Γιουκατάν ήταν ο πιο αρχαίος πολιτισμός της Ατλαντίδος και της Αιγύπτου και έλεγαν επιπρόσθετα την ιστορία μιας ακόμα γηραιάς ηπείρου της Μου (Mu), της οποίας οι επιζώντες ίδρυσαν τον πολιτισμό των Μάγια. Αργότερα οι μελετητές των αρχαίων γραφών των Μάγια υποστηρίζουν ότι οι μεταφράσεις του le Plongeon βασίστηκαν περισσότερο στη ζωηρή φαντασία του. Ο όρος ήπειρος της Λεμούριας προτάθηκε για πρώτη φορά από τον Άγγλο ζωολόγο και γεωλόγο Φίλιπ Σλέιτερ (Philip L. Schlater) το 1864 ο οποίος προσπαθώντας να βρει απάντηση στο ερώτημα πως είναι δυνατόν το ίδιο είδος του ζώου lemur να συναντάται στη νήσο Μαδαγασκάρη, αλλά και στην Αφρική, στην Ινδία και στην Ινδονησία αφού οι lemur δεν μπορούν να πετάξουν, ούτε να κολυμπήσουν ενώ τους χωρίζουν τεράστιες εκτάσεις νερού; Η μόνη λογική απάντηση είναι να περπατήσουν πάνω από χερσαίες εκτάσεις που στην συνέχεια εξαφανίστηκαν. Έτσι ο P. L. Schlater πρότεινε την ύπαρξη μιας μεγάλης ηπείρου, μέρη της οποίας αποτελούσαν η Μαδαγασκάρη, η Ινδονησία και η Αφρική, την ήπειρο αυτή την ονόμασε Λεμούρια από τα ζώα Lemur. Ακόμα πιο πέρα προχώρησε ο Γερμανός βιολόγος Ερνστ Χένρικ Χέκελ (Ernst Haeckel) ο οποίος πρότεινε ότι η Λεμούρια είναι η κοιτίδα του ανθρώπινου είδους. Αρκετοί μυθολόγοι και απακρυφιστές ενσωμάτωσαν τη Λεμούρια μέσα στα έργα τους. Ένας εξ αυτών ο Σκωτσέζος Λιούις Σπένς (Lewis Spence), ο οποίος στην προσπάθεια του να στηρίξει την ύπαρξη της Λεμούριας έκανε έκκληση στη κοινή λογική δηλώνοντας ότι τα νησιωτικά συγκροτήματα της Ωκεανίας δηλώνουν εμμέσως πλην σαφής την ύπαρξη μιας μεγάλης χερσαίας έκτασης στην τεράστια αυτή περιοχή.
Επίσης η Γιελένα Μπλαβάτσκυ, κατά την δεκαετία του 1880, ισχυρίστηκε ότι είχε μελετήσει ένα αρχαίο κείμενο παλαιότερο ακόμα και της Ατλαντίδος, με την ονομασία Book of Dzyan. Η Γιελένα Μπλαβάτσκυ πίστευε ότι η Λεμούρια κατοικήθηκε από την 3η Ριζική Φυλή τα ανθρωπότητας και περιγράφει τους Λεμουριανούς πανύψηλους, μελαψούς, ερμαφρόδιτους, με 4 χέρια και μερικοί διέθεταν ένα 3ο οφθαλμό στο οπίσθιο μέρος της κεφαλής τους. Επιπλέον είχαν περίεργους πόδες με κλειδώσεις που τους επέτρεπαν να περπατούν εξίσου καλά εμπρός και πίσω. Οι οφθαλμοί τους βρισκόταν σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους και έτσι μπορούσαν να βλέπουν και πλάγια. Επίσης, είχαν εκπληκτικές ψυχικές και τηλεπαθητικές ικανότητες. Σύμφωνα με την θεωρία της Μπλαβάτσκυ οι Λεμουριανοί μετά την καταστροφή της ηπείρους τους μετανάστευσαν στην Ατλαντίδα και εκεί εξελίχθηκαν στην 4η Φυλή της ανθρωπότητας. Μετά την καταστροφή της Ατλαντίδος μετανάστευσαν πάλι, αυτή την φορά όμως όχι ενωμένοι, αλλά διασκορπίστηκαν σε όλη την υδρόγειο και εξελίχθηκαν στην 5η Ριζική Φυλή. Κατά την Μπλαβάτσκυ, οι ριζικές φυλές είναι επτά και κατά τους νεώτερους θεοσοφιστές ( κυρίως τον Σκοτ Ελλιοτ ) οι Λεμουριανοί ξεκίνησαν από ωοτόκοι, εξελίχθηκαν με διασταυρώσεις με ζώα όπως οι χιμπατζήδες και μετά από αρκετές μεταλλάξεις φθάνουμε στον σημερινό άνθρωπο. Η ήπειρος της Λεμούριας λέγεται ότι εκτείνονται σε ολόκληρο το νότιο Ημισφαίριο. Μετά την καταστροφή της πιθανότητας από έκρηξη ηφαιστείου, το μεγαλύτερο τμήμα της βυθίστηκε ενώ άλλα τμήματα παρέμειναν και είναι η σημερινή Μαδαγασκάρη, Αυστραλία και η νήσος του Πάσχα. Το 1926 ο Αμερικανός αγγλοσαξονικής καταγωγής ταγματάρχης Τζέιμς Τσέρτσγουορντ (James Churchward), αυτοαποκαλούμενος ερευνητής, δημοσίευσε το πρώτο από μια σειρά βιβλίων για την θρυλική Μυ τα οποία είχαν εξαιρετική απήχηση κατά τις δεκαετίες του 1920 και 1930. Ανάμεσα στα άλλα ισχυρίστηκε ότι κατείχε στοιχεία που αποδείκνυαν την ύπαρξη κατά το παρελθόν μιας χαμένης ηπείρου, της Μου, η οποία βρισκόταν στον Ειρηνικό Ωκεανό με επίκεντρο νότια του Ισημερινού, ενώ είχε μήκος 6.000 μίλια από την Ανατολή ως την Δύση και 3.000 μίλια από τον Βορρά προς τον Νότο, είχε 64.000.000 κατοίκους και ο πολιτισμός τους άνθισε 50.000 χρόνια πριν. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι κατάφερε να διαβάσει μια αρχαία νεκρή γλώσσα ( η οποία ομιλείτε από τρία άτομα στον κόσμο ) γραμμένη σε λίθινες πλάκες στην Ινδία, τις οποίες είχε δείξει εμπιστευτικά ένας Ινδός ιερέας. Κατά τον J. Churchward σ’ αυτήν τη πανέμορφη ήπειρο ζούσε ένας λαός που αποίκισε τον πλανήτη και στη συνέχεια φοβεροί σεισμοί αφάνισαν την ήπειρο που βυθίστηκε πριν 12.000 χρόνια μέσα σε μια λαίλαπα φωτιάς και νερού. Οι κάτοικοι της Λεμούριας αποίκησαν όλο τον πλανήτη και ανάμεσα στις αποικίες τους ήταν οι μεγάλοι πολιτισμοί των Ελλήνων, των Χαλδαίων, των Αιγυπτίων, των Βαβυλώνιων και των Περσών, ενώ αποικία θεωρείται η χαμένη Ατλαντίδα. Η Λεμούρια ήταν μια όμορφη τροπική ήπειρος με αχανές πεδιάδες γεμάτες λιβάδια και πλούσια χωράφια. Κανένα βουνό δεν υπήρχε. Νερό έτρεχε σ’ όλη την έκτασή της ενώ πολύχρωμα πουλιά συμπλήρωναν ένα παραδεισένιο περιβάλλον. Το τέλος όμως του επίγειου παραδείσου ήταν εφιαλτικό, αλλεπάλληλοι σεισμοί και ηφαιστειακές εκρήξεις κατέστρεψαν αρκετά από τα μεγάλα πολιτισμικά και εμπορικά κέντρα της Μου. Όμως οι κάτοικοι της Λεμούριας δεν το έβαλαν κάτω, συνέχισαν και σε λίγες δεκαετίες η ζωή τους επανήλθε στους περισσότερους ρυθμούς της. Όμως η φύση επανήλθε με περισσότερο μένος και σφοδρότητα με στόχο για ακόμα μια φορά την ήπειρο της Μου. Ο ουρανός σκοτείνιασε και η γη τρανταζόταν με αυξημένη ισχύ. Τα ποτάμια πλημμύρισαν και η ήπειρος πνιγόταν αργά και εφιαλτικά κάτω από το νερό. Το έδαφος άρχισε να βυθίζετε ενώ η θάλασσα εισερχόταν με βία στις παραλιακές πόλεις της Λεμούριας θερίζοντας στο πέρασμά της τις ανθρώπινες ζωές των κατοίκων της. Ηφαίστεια βροντούσαν και καυτή λάβα ξεχείλιζε από τις κορυφές των πύρινων βουνών. Όμως ο εφιάλτης δεν τελείωσε ποτέ, ολόκληρη η Μου καταστράφηκε και βυθίστηκε αφήνοντας πίσω τεράστιους ηφαιστειακούς κώνους, τα σημερινά νησιά του Ειρηνικού Ωκεανού. Οι περισσότεροι κάτοικοι συνάντησαν τον θάνατο ενώ οι λιγοστοί που επιβίωσαν ήταν αυτοί που διέμεναν κοντά στους ηφαιστειογενείς κώνους. Πλέον, δίχως πόρους, εργαλεία και καμία πηγή τροφής, στράφηκαν στον κανιβαλισμό και σημαίνοντας την έναρξη ενός εμφύλιου πολέμου. Πέρα όμως από τις περιγραφές και την εντυπωσιακή ομολογουμένως κοσμοθεωρία του Churchward, υπάρχει κάτι που να αγγίζει την πραγματική ιστορία της χαμένης ηπείρου Λεμούριας; Ίσως τα μνημεία πετρών μυστήριας προέλευσης που διασχίζουν ολόκληρο τον Ειρηνικό, από την υποβρύχια περιοχή της Ιαπωνίας στο Yonagumi, τα αινιγματικά πετρογλυφικά στο μεγάλο νησί της Χαβάης, στο νησί του Πάσχα και μεταξύ των ιερών και μεγαλιθικών περιοχών.
Πολλοί θεωρούν ότι το νησί του Πάσχα ήταν μέρος της Λεμούριας. Οι εκατοντάδες της κολοσσιαίων αγαλμάτων και της γραπτής γλώσσας δείχνουν έναν προηγμένο πολιτισμό. Οι μύθοι του Πάσχα μιλούν για τη Hiva που βυθίστηκε κάτω από τα κύματα και οι άνθρωποι της τράπηκαν σε φυγή. Οι κάτοικοι της Σαμόα αποκαλούν μια παρόμοια θέση Μπουλουτού. Στην Μπουλουτού οι άνθρωποι θα μπορούσαν να περπατήσουν μέσα από τα δέντρα, τα σπίτια και από αλλά φυσικά αντικείμενα χωρίς οποιαδήποτε αντίσταση. Οι Μαοροί της Νέας Ζηλανδίας μιλούν ακόμα για το ότι είχαν φτάσει εκεί πριν από πολύ καιρό από ένα βυθισμένο νησί αποκαλούμενο Χαβαϊκί σε μια απέραντη ορεινή ξηρά στην άλλη πλευρά του Ωκεανού. Η ανακάλυψη του ανθρωποειδούς Hobbit Flores τον Οκτώβριο του 2004, δυο μήνες πριν το τσουνάμι και τους σεισμούς μήπως συνδέετε με τη Λεμούρια; Υπάρχουν και εκείνοι που θεωρούν ότι η Λεμούρια εμφανίστηκε ξαφνικά με έναν πραγματικό πολιτισμό. Αυτό έχει ωοτοκήσει πολλές ενδιαφέρουσες θεωρίες, συμπεριλαμβανομένων των επισκέψεων από εξωγήινους που έφεραν ένα νέο είδος ανθρώπων για να αντικαταστήσουν τους αργόστροφους πρόγονούς τους. Η Λεμούρια πιστεύεται επίσης ότι δεν είναι άλλη από τον κήπο της Εδέμ, η οποία είχε μια περίπλοκη κυβέρνηση, έναν μεγάλο πολιτισμό και προηγμένη τεχνολογία. Οι ψυχικές δυνατότητές τους αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα. Η τηλεπάθεια, τα αστρικά ταξίδια και η τηλεμεταφορά αντικατέστησαν τις παραδοσιακές συσκευές επικοινωνίας. Τα ιερά σύμβολα της Μου μιλούν για την απόκρυφη προέλευση των αρχαίων και σύγχρονων θρησκειών. Όλες οι θρησκείες έχουν μια κοινή προέλευση στις ιερές εμπνευσμένες γραφές της Μου. Οι υπερήλικες σοφοί της Λεμούριας, γνωστοί ως δέκατο τρίτο σχολείο, μετακίνησαν την έδρα τους πριν τον κατακλυσμό προς το ακατοίκητο οροπέδιο της κεντρικής Ασίας, το Θιβέτ. Εδώ καθιέρωσαν σύμφωνα με τους διάφορους ισχυρισμούς μια βιβλιοθήκη και σχολή γνωστή ως μεγάλη λευκά αδελφότητα.
Οι μύθοι για την Λεμούρια λένε πως οι άνθρωποι εκείνης της εποχής γνωρίζοντας τον ερχομό του κατακλυσμού δημιούργησαν υπόγειες πολιτείες όπου φύλαγαν αρχεία της ιστορίας της γης και των ανθρώπων καθώς και τις διδασκαλίες τους. Δεν ήταν οι μόνοι που το έκαναν αυτό. Όλοι οι λαοί που ζούσαν εκείνη την εποχή σε ολόκληρη την γη κάνανε ακριβώς το ίδιο. Έτσι μετά τον κατακλυσμό όσοι είχαν μπει σε αυτές τις υπόγειες εγκαταστάσεις, σώθηκαν και συνέχισαν την ζωή πάνω στην γη. Η Λεμούρια όμως, φαίνεται ότι ήταν κάτι πολύ περισσότερο για τους πρώτους ανθρώπους, ήταν κάποιος ειδυλλιακός παράδεισος, κατά ένα μεγάλο μέρος αγροτικός με πυκνά δάση και αφθονία λουλουδιών και οπωροφόρων δέντρων. Οι αρχές της σωστής διανομής των αγαθών, της συνεργασίας και της δημιουργικότητας παράγουν μια κοινωνία ουσιαστικά χωρίς έγκλημα, συγκρούσεις και εχθροπραξίες. Ήταν κυρίως χορτοφάγοι και έζησαν σε αρμονία με την φύση και τα άλλα πλάσματα. Είχαν ιδιαίτερα αναπτυγμένες ψυχικές και τηλεπαθητικές δυνατότητες που εφαρμόστηκαν στην καθημερινή τους ζωή. Η Λεμούρια επίσης γνωστή ως Pacifica, Mu και κατά τον Εντγκαρ Κέισι Zu ή Oz δεν είναι αυτό που φαίνεται αντίθετα για την Ατλαντίδα. Είναι σαν το πεπρωμένο της ανθρωπότητας που προβλέπεται στη σχέση της ως προς τον χρόνο. Η άνοδος και η πτώση του πολιτισμού της Λεμούριας δεν μπορούν να τεκμηριωθούν ιστορικά. Η θεωρία της χαμένες ηπείρου κρύβεται καλά πίσω από ένα πέπλο μυστηρίου που υφάνθηκε με τέτοιων τρόπο ώστε να μην βρεθεί ποτέ η άκρη του. Φυσικό είναι όλα τα παραπάνω να γοητεύουν τον σύγχρονο άνθρωπο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου