Ταύρος (Λατινικά: Taurus, συντομογραφία: Tau) είναι αστερισμός που σημειώθηκε στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και είναι ένας από τους 88 επίσημους αστερισμούς που θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση. Ο Ταύρος βρίσκεται βόρεια του ουράνιου ισημερινού και τα τρία κυριότερα αστέρια του σχηματίζουν ένα τρίγωνο. Είναι βόρειος αστερισμός του Ζωδιακού Κύκλου. Συνορεύει με τους αστερισμούς Περσέα, Κριό, Κήτος, Ηριδανό, Ωρίωνα Διδύμους και Ηνίοχο. Ο Ταύρος είναι ένας από τους αρχαιότερους και πλέον αξιοσημείωτους
αστερισμούς. Η σημασία του στην πρώιμη αρχαιότητα συνδέεται με το ότι
σημείωνε την εαρινή ισημερία
από το 4000 π.Χ. ως το 1700 π.Χ. περίπου, και διατηρήθηκε έτσι ως το
ζώδιο που «άνοιγε το έτος» σε όλους τους αρχαίους ζωδιακούς κύκλους. Σε
αυτό το γεγονός αναφέρεται ο Βιργίλιος στον πρώτο Γεωργικό του: «`Οταν με τα χρυσά του κέρατα ο λαμπρός Ταύρος ανοίγει / το έτος, και προς τα κάτω το αστέρι του Σκύλου γέρνει...».
Η μυθολογική ιδέα για τους αρχαίους `Ελληνες και Ρωμαίους ήταν κυρίως ο ολόλευκος ταύρος στον οποίο μεταμορφώθηκε ο Δίας για να απαγάγει την Ευρώπη. Ο αστερισμός απεικονίζει μόνο το εμπρόσθιο τμήμα του μεγάλου αυτού ζώου, από όπου και οι αρχαίοι προσδιορισμοί Τομή και Προτομή Ταύρου (Sectio Tauri). Οι μυθολόγοι αιτιολογούν το γεγονός λέγοντας ότι όταν κολυμπούσε μακριά με την Ευρώπη στη ράχη του (σκηνή που απεικονίζεται στην εθνική πλευρά του ελληνικού νομίσματος των δύο ευρώ), όλο σχεδόν το σώμα του ήταν βυθισμένο στο νερό και συνεπώς αόρατο. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, θεωρείται ότι ο αστερισμός συνδέεται περισσότερο με τον έβδομο άθλο του Ηρακλή, ο οποίος πήγε στη Κρήτη με διαταγή του Ευρυσθέα για να αιχμαλωτίσει τον ταύρο. Ο Ταύρος είχε βοηθήσει τον Δια να μεταφέρει την Ευρώπη στην Κρήτη, αλλά μετά παρέμεινε εκεί προκαλώντας τρομερές καταστροφές. Ο Ποσειδώνας όμως τον τιμώρησε γιατί έκανε με την Πασιφάη (τη γυναίκα του Μίνωα) και χωρίς τη θέληση της τον Μινώταυρο, τον οποίο ο Ηρακλής αιχμαλώτισε και πήρε στις Μυκήνες. Εκεί ο Ευρυσθέας τον ελευθέρωσε και τελικά τον σκότωσε ο Θησέας στον Μαραθώνα. Ο αστερισμός συμβολίζει έτσι τη δόξα των ηρώων Ηρακλή και Θησέα.
Η σύνδεση με τον μύθο της Ευρώπης έδωσε τα ονόματα Portitor Europae, Proditor Europae, Agenoreus (στον Οβίδιο) και Tyrius (στον Μαρτιάλη, από τον τόπο καταγωγής της). O Άρατος προσδιορίζει τον Ταύρο ως πεπτηώς (συσπειρωμένος) και ο Κικέρων ως «γονατισμένο». Ο Μανίλιος τον περιγράφει ως «αγωνιζόμενο» και προσθέτει: «Ο δυνατός Ταύρος είναι κουτσός. Το πόδι του γυρίζει προς τα πίσω.» Τα χαμηλωμένα πόδια απεικονίζονται σε όλες τις αναπαραστάσεις από την αρχαία Μεσοποταμία, όπως και τα κέρατα σε τεράστια αναλογία: ο Άρατος τον αποκαλεί Κεραόν. Το επίθετο Κυρτός απαντάται σε αρχαίο σχολιαστή της Συντάξεως του Πτολεμαίου.
Κάποιοι ποιητές μετέβαλαν το φύλο του ταύρου και τον αποκάλεσαν Ιώ, την κόρη του Ινάχου που η θεά Ήρα από τη ζήλεια της μετέτρεψε σε αγελάδα. Από εδώ έχουμε τα ονόματα Juvenca Inachia και Inachis. Μία τρίτη εκδοχή καταφεύγει στον Μινώταυρο: Amasius Pasiphaes, ο Εραστής της Πασιφάης. Αλλά το όνομα Chironis Filia που του δίνει ο Λαλάντ είναι ανεξήγητο. Μία άλλη ιστορία τέλος θέλει τον Ταύρο να είναι ο ένας από τους δύο με τα ορειχάλκινα πόδια που δάμασε ο Ιάσονας.
Ο Ταύρος έφερε συνώνυμα ονόματα σε διάφορες γλώσσες: Al Thaur στην Αραβία, που παραφθάρηκε σε El Taur, Altor, Ataur, Altauro (Schickard) και Tur (Ριτσιόλι). Στη Συρία ήταν ο Taura. Στην Περσία ο Tora, Ghav ή Gau. Στην Τουρκία ο Ughuz. Στην Ιουδαία ήταν γνωστός ως Shor, αλλά και ως Ρεέμ (το άγριο βόδι). Αυτό μας θυμίζει το Bos των Ρωμαίων αγροτών (Γερμανικός). Επίσης ήταν ο Princeps armenti, ο Οδηγός του Κοπαδιού. Το αγγλοσαξονικό Εγχειρίδιο Αστρονομίας του 15ου αιώνα ονομάζει τον Ταύρο Fearr.
Οι ιθαγενείς Ινδιάνοι της Νότιας Αμερικής είχαν παρόμοιες ιδέες. Ο Γάλλος επιστήμονας του 18ου αιώνα La Condamine έγραψε ότι οι Ινδιάνοι του Αμαζονίου έβλεπαν στο σχήμα των Υάδων το κεφάλι ενός μεγάλου ζώου. Πιο αξιόπιστα, ο Goguet παραθέτει ότι κατά την ανακάλυψη του Αμαζονίου από τον Yanez Pinzon (1500 μ.Χ.) οι ιθαγενείς στις όχθες του αποκαλούσαν τις Υάδες «Ταπύρα Ραγιοάμπα», το σαγόνι ενός ταπίρου.
Στην Κίνα ο Ταύρος σχημάτιζε ένα τμήμα της «Λευκής Τίγρεως», και ήταν επίσης η Ta Leang, η Μεγάλη Γέφυρα. Αλλά ως ζώδιο (παρατηρούμε και εδώ τον ισχυρό διαχωρισμό μεταξύ αστερισμών και ζωδίων στην Κίνα, μεταξύ Αστρονομίας και Αστρολογίας) ήταν ο Πετεινός. Αφότου ήρθαν σε επαφή με τον δυτικό πολιτισμό, προσέθεσαν και το όνομα Kin Neu = το Χρυσό Βόδι.
Μετά τη διάδοση στη λεκάνη της Μεσογείου της λατρείας του θεού-ταύρου των αρχαίων Αιγυπτίων, του Όσιρι, ο αστερισμός φυσιολογικά αναγορεύθηκε στην ουράνια αναπαράστασή του ίδιου και της συζύγου και αδελφής του Ίσιδος, μάλιστα έφθασε να πάρει το όνομα της δεύτερης. Αλλά ο αστρικός «Ταύρος» της χώρας του Νείλου δεν ήταν ο δικός μας, τουλάχιστον μέχρι την εποχή των Πτολεμαίων. Στους Κόπτες ο Ταύρος ή οι Πλειάδες ήταν η `Ωριας, η Καλή Εποχή (το Statio Hori του Κίρχερ) και ο Apis, η νεότερη μορφή του αρχαίου θεού του Νείλου.
Ως το πρώτο ζώδιο του αρχαίου εβραϊκού ζωδιακού, ο Ταύρος ήταν το «Άλεφ», το πρώτο γράμμα της εβραϊκής γλώσσας που άλλωστε σχεδιάστηκε ως κεφαλή βοδιού. Αναπαραστάσεις του Μιθραϊκού Ταύρου από τον 4ο ή 5ο αι. π.Χ. αποδεικνύουν ότι ο Ταύρος συνέχιζε να αποτελεί σημείο αναφοράς για τους Πέρσες και τους Βαβυλωνίους, ονομαζόμενος Shur από τους δεύτερους. Ακόμα νωρίτερα, στους Ακκάδιους ήταν ο Ταύρος του Φωτός και σε κύλινδρο της Μεσοποταμίας αποδίδεται ως Gut-an-na, ο Ουράνιος Ταύρος, αναφερόμενος σε σχέση με τη βροχή. Ο Γερμανός ανατολιστής Peter Jensen τον αναφέρει ως σύμβολο του Marduk, του θεού-προσωποποίησης του ανοιξιάτικου ήλιου. Οι Ασσύριοι συνέδεαν τον Ταύρο με τον δεύτερο μήνα του ημερολογίου τους, τον A-aru, τον «Διευθύνοντα Ταύρο» (περ. 15 Απριλίου με 15 Μαΐου).
Στην Ινδία ο Ταύρος ήταν ο Vrisha(n) ή Vrouchabam, ο Rishabam των Ταμίλ και ο Urusaba των Σιναλέζων. Αργότερα, υπό την παρετυμολογική έλξη της ελληνικής ονομασίας, η ινδική μετατράπηκε σε Taouri (στον Varaha Mihira) και Tambiru (στον Al Biruni).
Ο Ταύρος θεωρήθηκε ότι αντιπροσώπευε το ζώο που θυσίασε ο Αδάμ στην αρχαιότερη θυσία του ανθρώπινου γένους, κατά την Ιουδαιοχριστιανική παράδοση. Ο Νοβίδιος αναγνώριζε στον Ταύρο το Βόδι που στεκόταν μαζί με το γαϊδουράκι στη Φάτνη κατά τη Γέννηση του Χριστού. Σύμφωνα με τον Καίσιο (Caesius) ο αστερισμός αυτός παριστάνει τον Πατριάρχη Ιωσήφ, και κατ' άλλους Χριστιανούς τον Απόστολο Ανδρέα.
Ως ζωδιακός αστερισμός, ο Ταύρος συνδέθηκε με την Αστρολογία, πολλές προλήψεις και θρύλους. Οι αρχαίοι αστρολόγοι πίστευαν ότι «κυβερνά» το ανθρώπινο σβέρκο, λάρυγγα και ώμους, και ο Σαίξπηρ γράφει σχετικώς ένα διασκεδαστικό απόσπασμα στη «Δωδέκατη Νύχτα», στο διάλογο των Toby Belch και Andrew Aguecheek, που λαθεύουν ως προς την ιδιότητα αυτή του Ταύρου. Τον θεωρούσαν το ζώδιο της Αφροδίτης, όπως και τον Σκορπιό, και τον αποκαλούσαν Veneris Sidus, Domus Veneris Nocturna και Gaudium Veneris. Μία ιδέα που ίσως προήλθε και από το γεγονός ότι περιέχει τις Πελειάδες, ως περιστερές, σύμβολα της θεάς. Πίστευαν ότι είναι γενικώς κακότυχο ζώδιο. Θεωρήθηκε ότι επιδρά ιδιαιτέρως σε χώρες όπως η Αραβία, η Σκυθία, η Ιρλανδία, η μεγάλη Πολωνία, τμήμα της Ρωσίας, η Ολλανδία, η Περσία, η Μικρά Ασία, και σε πόλεις όπως η Μάντουα και η Λειψία. Τα χρώματα του ζωδίου ήταν το λευκό και το ανοικτό κίτρινο (λεμονί).
Στην εποχή μας ο `Ηλιος βρίσκεται (όπως φαίνεται από τη Γη) μέσα στα όρια του Ταύρου από τις 14 Μαΐου ως τις 22 Ιουνίου, και οι ημερομηνίες αυτές μετατίθενται προς τα εμπρός με ρυθμό 1 ημέρα ανά 71,1 έτη.
Η μυθολογική ιδέα για τους αρχαίους `Ελληνες και Ρωμαίους ήταν κυρίως ο ολόλευκος ταύρος στον οποίο μεταμορφώθηκε ο Δίας για να απαγάγει την Ευρώπη. Ο αστερισμός απεικονίζει μόνο το εμπρόσθιο τμήμα του μεγάλου αυτού ζώου, από όπου και οι αρχαίοι προσδιορισμοί Τομή και Προτομή Ταύρου (Sectio Tauri). Οι μυθολόγοι αιτιολογούν το γεγονός λέγοντας ότι όταν κολυμπούσε μακριά με την Ευρώπη στη ράχη του (σκηνή που απεικονίζεται στην εθνική πλευρά του ελληνικού νομίσματος των δύο ευρώ), όλο σχεδόν το σώμα του ήταν βυθισμένο στο νερό και συνεπώς αόρατο. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, θεωρείται ότι ο αστερισμός συνδέεται περισσότερο με τον έβδομο άθλο του Ηρακλή, ο οποίος πήγε στη Κρήτη με διαταγή του Ευρυσθέα για να αιχμαλωτίσει τον ταύρο. Ο Ταύρος είχε βοηθήσει τον Δια να μεταφέρει την Ευρώπη στην Κρήτη, αλλά μετά παρέμεινε εκεί προκαλώντας τρομερές καταστροφές. Ο Ποσειδώνας όμως τον τιμώρησε γιατί έκανε με την Πασιφάη (τη γυναίκα του Μίνωα) και χωρίς τη θέληση της τον Μινώταυρο, τον οποίο ο Ηρακλής αιχμαλώτισε και πήρε στις Μυκήνες. Εκεί ο Ευρυσθέας τον ελευθέρωσε και τελικά τον σκότωσε ο Θησέας στον Μαραθώνα. Ο αστερισμός συμβολίζει έτσι τη δόξα των ηρώων Ηρακλή και Θησέα.
Η σύνδεση με τον μύθο της Ευρώπης έδωσε τα ονόματα Portitor Europae, Proditor Europae, Agenoreus (στον Οβίδιο) και Tyrius (στον Μαρτιάλη, από τον τόπο καταγωγής της). O Άρατος προσδιορίζει τον Ταύρο ως πεπτηώς (συσπειρωμένος) και ο Κικέρων ως «γονατισμένο». Ο Μανίλιος τον περιγράφει ως «αγωνιζόμενο» και προσθέτει: «Ο δυνατός Ταύρος είναι κουτσός. Το πόδι του γυρίζει προς τα πίσω.» Τα χαμηλωμένα πόδια απεικονίζονται σε όλες τις αναπαραστάσεις από την αρχαία Μεσοποταμία, όπως και τα κέρατα σε τεράστια αναλογία: ο Άρατος τον αποκαλεί Κεραόν. Το επίθετο Κυρτός απαντάται σε αρχαίο σχολιαστή της Συντάξεως του Πτολεμαίου.
Κάποιοι ποιητές μετέβαλαν το φύλο του ταύρου και τον αποκάλεσαν Ιώ, την κόρη του Ινάχου που η θεά Ήρα από τη ζήλεια της μετέτρεψε σε αγελάδα. Από εδώ έχουμε τα ονόματα Juvenca Inachia και Inachis. Μία τρίτη εκδοχή καταφεύγει στον Μινώταυρο: Amasius Pasiphaes, ο Εραστής της Πασιφάης. Αλλά το όνομα Chironis Filia που του δίνει ο Λαλάντ είναι ανεξήγητο. Μία άλλη ιστορία τέλος θέλει τον Ταύρο να είναι ο ένας από τους δύο με τα ορειχάλκινα πόδια που δάμασε ο Ιάσονας.
Ο Ταύρος έφερε συνώνυμα ονόματα σε διάφορες γλώσσες: Al Thaur στην Αραβία, που παραφθάρηκε σε El Taur, Altor, Ataur, Altauro (Schickard) και Tur (Ριτσιόλι). Στη Συρία ήταν ο Taura. Στην Περσία ο Tora, Ghav ή Gau. Στην Τουρκία ο Ughuz. Στην Ιουδαία ήταν γνωστός ως Shor, αλλά και ως Ρεέμ (το άγριο βόδι). Αυτό μας θυμίζει το Bos των Ρωμαίων αγροτών (Γερμανικός). Επίσης ήταν ο Princeps armenti, ο Οδηγός του Κοπαδιού. Το αγγλοσαξονικό Εγχειρίδιο Αστρονομίας του 15ου αιώνα ονομάζει τον Ταύρο Fearr.
Οι ιθαγενείς Ινδιάνοι της Νότιας Αμερικής είχαν παρόμοιες ιδέες. Ο Γάλλος επιστήμονας του 18ου αιώνα La Condamine έγραψε ότι οι Ινδιάνοι του Αμαζονίου έβλεπαν στο σχήμα των Υάδων το κεφάλι ενός μεγάλου ζώου. Πιο αξιόπιστα, ο Goguet παραθέτει ότι κατά την ανακάλυψη του Αμαζονίου από τον Yanez Pinzon (1500 μ.Χ.) οι ιθαγενείς στις όχθες του αποκαλούσαν τις Υάδες «Ταπύρα Ραγιοάμπα», το σαγόνι ενός ταπίρου.
Στην Κίνα ο Ταύρος σχημάτιζε ένα τμήμα της «Λευκής Τίγρεως», και ήταν επίσης η Ta Leang, η Μεγάλη Γέφυρα. Αλλά ως ζώδιο (παρατηρούμε και εδώ τον ισχυρό διαχωρισμό μεταξύ αστερισμών και ζωδίων στην Κίνα, μεταξύ Αστρονομίας και Αστρολογίας) ήταν ο Πετεινός. Αφότου ήρθαν σε επαφή με τον δυτικό πολιτισμό, προσέθεσαν και το όνομα Kin Neu = το Χρυσό Βόδι.
Μετά τη διάδοση στη λεκάνη της Μεσογείου της λατρείας του θεού-ταύρου των αρχαίων Αιγυπτίων, του Όσιρι, ο αστερισμός φυσιολογικά αναγορεύθηκε στην ουράνια αναπαράστασή του ίδιου και της συζύγου και αδελφής του Ίσιδος, μάλιστα έφθασε να πάρει το όνομα της δεύτερης. Αλλά ο αστρικός «Ταύρος» της χώρας του Νείλου δεν ήταν ο δικός μας, τουλάχιστον μέχρι την εποχή των Πτολεμαίων. Στους Κόπτες ο Ταύρος ή οι Πλειάδες ήταν η `Ωριας, η Καλή Εποχή (το Statio Hori του Κίρχερ) και ο Apis, η νεότερη μορφή του αρχαίου θεού του Νείλου.
Ως το πρώτο ζώδιο του αρχαίου εβραϊκού ζωδιακού, ο Ταύρος ήταν το «Άλεφ», το πρώτο γράμμα της εβραϊκής γλώσσας που άλλωστε σχεδιάστηκε ως κεφαλή βοδιού. Αναπαραστάσεις του Μιθραϊκού Ταύρου από τον 4ο ή 5ο αι. π.Χ. αποδεικνύουν ότι ο Ταύρος συνέχιζε να αποτελεί σημείο αναφοράς για τους Πέρσες και τους Βαβυλωνίους, ονομαζόμενος Shur από τους δεύτερους. Ακόμα νωρίτερα, στους Ακκάδιους ήταν ο Ταύρος του Φωτός και σε κύλινδρο της Μεσοποταμίας αποδίδεται ως Gut-an-na, ο Ουράνιος Ταύρος, αναφερόμενος σε σχέση με τη βροχή. Ο Γερμανός ανατολιστής Peter Jensen τον αναφέρει ως σύμβολο του Marduk, του θεού-προσωποποίησης του ανοιξιάτικου ήλιου. Οι Ασσύριοι συνέδεαν τον Ταύρο με τον δεύτερο μήνα του ημερολογίου τους, τον A-aru, τον «Διευθύνοντα Ταύρο» (περ. 15 Απριλίου με 15 Μαΐου).
Στην Ινδία ο Ταύρος ήταν ο Vrisha(n) ή Vrouchabam, ο Rishabam των Ταμίλ και ο Urusaba των Σιναλέζων. Αργότερα, υπό την παρετυμολογική έλξη της ελληνικής ονομασίας, η ινδική μετατράπηκε σε Taouri (στον Varaha Mihira) και Tambiru (στον Al Biruni).
Ο Ταύρος θεωρήθηκε ότι αντιπροσώπευε το ζώο που θυσίασε ο Αδάμ στην αρχαιότερη θυσία του ανθρώπινου γένους, κατά την Ιουδαιοχριστιανική παράδοση. Ο Νοβίδιος αναγνώριζε στον Ταύρο το Βόδι που στεκόταν μαζί με το γαϊδουράκι στη Φάτνη κατά τη Γέννηση του Χριστού. Σύμφωνα με τον Καίσιο (Caesius) ο αστερισμός αυτός παριστάνει τον Πατριάρχη Ιωσήφ, και κατ' άλλους Χριστιανούς τον Απόστολο Ανδρέα.
Ως ζωδιακός αστερισμός, ο Ταύρος συνδέθηκε με την Αστρολογία, πολλές προλήψεις και θρύλους. Οι αρχαίοι αστρολόγοι πίστευαν ότι «κυβερνά» το ανθρώπινο σβέρκο, λάρυγγα και ώμους, και ο Σαίξπηρ γράφει σχετικώς ένα διασκεδαστικό απόσπασμα στη «Δωδέκατη Νύχτα», στο διάλογο των Toby Belch και Andrew Aguecheek, που λαθεύουν ως προς την ιδιότητα αυτή του Ταύρου. Τον θεωρούσαν το ζώδιο της Αφροδίτης, όπως και τον Σκορπιό, και τον αποκαλούσαν Veneris Sidus, Domus Veneris Nocturna και Gaudium Veneris. Μία ιδέα που ίσως προήλθε και από το γεγονός ότι περιέχει τις Πελειάδες, ως περιστερές, σύμβολα της θεάς. Πίστευαν ότι είναι γενικώς κακότυχο ζώδιο. Θεωρήθηκε ότι επιδρά ιδιαιτέρως σε χώρες όπως η Αραβία, η Σκυθία, η Ιρλανδία, η μεγάλη Πολωνία, τμήμα της Ρωσίας, η Ολλανδία, η Περσία, η Μικρά Ασία, και σε πόλεις όπως η Μάντουα και η Λειψία. Τα χρώματα του ζωδίου ήταν το λευκό και το ανοικτό κίτρινο (λεμονί).
Στην εποχή μας ο `Ηλιος βρίσκεται (όπως φαίνεται από τη Γη) μέσα στα όρια του Ταύρου από τις 14 Μαΐου ως τις 22 Ιουνίου, και οι ημερομηνίες αυτές μετατίθενται προς τα εμπρός με ρυθμό 1 ημέρα ανά 71,1 έτη.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου