Τι σχέση μπορεί να έχει το έθιμο του Halloween με την μπύρα και γιατί κάθε φθινόπωρο κυκλοφορούν μπύρες που χαρακτηρίζονται ως Pampkin Ale; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή λοιπόν, ξεδιπλώνοντας την ιστορία του Jack-o'-Lantern.Το έθιμο του "Τζακ του Κολοκύθα" ξεκινάει το 1750 και έχει τις ρίζες του σε παλιούς ιρλανδικούς μύθους, σύμφωνα με τους οποίους ο ομώνυμος χαρακτήρας, κατάφερε με την πονηριά του να παγιδεύσει τον ίδιο το Διάβολο και αρνήθηκε να τον ελευθερώσει μέχρι να καταλήξουν σε κάποια συμφωνία.
Τελικά ο Τζακ δέχτηκε να ελευθερώσει τον Διάβολο, με τη συμφωνία ότι όταν θα πέθαινε, δεν θα του επέτρεπε την είσοδο στην Κόλαση. Έτσι κι έγινε. Όταν ο Τζακ πέθανε, ο Διάβολος δεν τον άφησε να περάσει στην Κόλαση. Από τότε, τριγυρίζει παντού σε όλη τη γη, φτιάχνοντας φαναράκια από κολοκύθες, με κεριά μέσα, ψάχνοντας ένα μέρος να αναπαυθεί.
Σύμφωνα με την ιστορία, μερικούς αιώνες πριν,ζούσε ένας μεθύστακας, γνωστός ως Jack the Smith. Ο Τζακ ήταν γνωστός σε όλη τη χώρα, ως ένας απατεώνας, και εκμεταλλευτής, ένα απόβρασμα της κοινωνίας. Μια νύχτα ο Διάβολος άκουσε κατά τύχη την ιστορία για τα "σατανικά" κατορθώματά του. Μη πεπεισμένος από τις φήμες, πήγε να μάθει μόνος του αν ο Τζακ δικαίωνε την φήμη του.
Ο Τζακ ήταν μεθυσμένος και περιπλανιόταν στην εξοχή τη νύχτα όταν σκόνταψε σε ένα σώμα στο λιθόστρωτο μονοπάτι του. Το σώμα με τον απόκοσμο μορφασμό στο πρόσωπό του, κατέληξε να είναι ο ίδιος ο Διάβολος. Ο Τζακ με μελαγχολική διάθεση συνειδητοποίησε ότι αυτό ήταν το τέλος του, ο Διάβολος είχε έρθει να πάρει την ψυχή του. Τότε εξέφρασε την τελευταία του επιθυμία: ζήτησε από τον Διάβολο να του επιτρέψει να πιει μια μπύρα. Μη βλέποντας το λόγο να μην ενδώσει στην επιθυμία του, πήρε τον Τζακ στην τοπική παμπ και του προσέφερε πολλά οινοπνευματώδη ποτά. Αφού έσβησε τη δίψα του, ο Τζακ ζήτησε από τον Διάβολο να πληρώσει το λογαριασμό της μπύρας, ο οποίος και πείστηκε να μεταμορφωθεί σε ένα ασημένιο νόμισμα με το οποίο θα πλήρωνε τον μπάρμαν (εντυπωσιασμένος από τις ειδεχθής τακτικές του Τζακ). Πανέξυπνα, ο Τζακ έχωσε τον μεταμορφωμένο Διάβολο στην τσέπη του, η οποία περιείχε έναν σταυρό. Ανίκανος να αποδράσει από τη μορφή του (δεμένος καθώς ήταν από το σταυρό), συμφώνησε στην απαίτηση του Τζακ, η ψυχή του να του χαριστεί για δέκα χρόνια (με αντάλλαγμα την ελευθερία του Διαβόλου).Ακριβώς δέκα χρόνια μετά την ημέρα στην οποία ο Τζακ αρχικά επισφράγισε τη συμφωνία του, βρήκε ξανά τον εαυτό του επί την παρουσία του Διαβόλου. Όπως την προηγούμενη φορά, τον συνάντησε και φαινομενικά δέχτηκε ότι ήταν η ώρα του να πάει στην κόλαση οριστικά.
Καθώς ο Διάβολος ετοιμαζόταν να τον πάρει στον Κάτω Κόσμο, ο Τζακ ρώτησε αν μπορούσε να έχει ένα μήλο, με το οποίο θα τάιζε την πεινασμένη κοιλιά του. Βλακωδώς και πάλι συμφώνησε σ' αυτήν την τελευταία επιθυμία του. Καθώς όμως σκαρφάλωνε στα κλαδιά μιας κοντινής μηλιάς, ο Τζακ περικύκλωσε τη βάση με σταυρούς. Ο Διάβολος, απογοητευμένος από το γεγονός ότι είχε παγιδευτεί ξανά, απαίτησε την απελευθέρωσή του. Όπως είχε κάνει και πρωτύτερα, ο Τζακ απαίτησε ότι η ψυχή του δεν θα πήγαινε ποτέ στην κόλαση, αναγκάζοντας τον για ακόμα μία φορά να συμφωνήσει και για να τον ελευθερώσει.
Η αλκοολική και ασταθής ζωή, επέφερε το τίμημά της και ο Τζακ, πέθανε όπως είχε ζήσει. Καθώς η ψυχή του ετοιμαζόταν να εισέλθει στον παράδεισο, μέσα από τις Πύλες του Άγιου Πέτρου, σταματήθηκε. Του είπαν ότι εξαιτίας της ζωής που είχε ακολουθήσει, δεν του επιτρεπόταν η είσοδος στον Παράδεισο. Ο Τζακ, σε απελπισία τώρα, πήγε και στάθηκε μπροστά στις Πύλες του Άδη και ικέτευσε για είσοδο στον Κάτω Κόσμο. Ο Διάβολος, εκπληρώνοντας την υποχρέωσή του, δεν μπορούσε να πάρει την ψυχή του. Ωστόσο, από οίκτο έδωσε στον Τζακ ένα μισοκαμμένο κάρβουνο.
Από εκείνη τη μέρα μέχρι το τέλος της αιωνιότητας, ο Τζακ είναι καταδικασμένος να περιφέρεται στον κόσμο, ανάμεσα στα επίπεδα του καλού και του κακού, μόνο με ένα μισοκαμμένο κάρβουνο μέσα σε ένα σκαμμένο νεροκολόκυθο (το δεύτερο αγαπημένο φαγητό του Τζακ μετά τα γογγύλια), για να φωτίζει το δρόμο του...
Πηγή http://tro-ma-ktiko.blogspot.gr
Τελικά ο Τζακ δέχτηκε να ελευθερώσει τον Διάβολο, με τη συμφωνία ότι όταν θα πέθαινε, δεν θα του επέτρεπε την είσοδο στην Κόλαση. Έτσι κι έγινε. Όταν ο Τζακ πέθανε, ο Διάβολος δεν τον άφησε να περάσει στην Κόλαση. Από τότε, τριγυρίζει παντού σε όλη τη γη, φτιάχνοντας φαναράκια από κολοκύθες, με κεριά μέσα, ψάχνοντας ένα μέρος να αναπαυθεί.
Σύμφωνα με την ιστορία, μερικούς αιώνες πριν,ζούσε ένας μεθύστακας, γνωστός ως Jack the Smith. Ο Τζακ ήταν γνωστός σε όλη τη χώρα, ως ένας απατεώνας, και εκμεταλλευτής, ένα απόβρασμα της κοινωνίας. Μια νύχτα ο Διάβολος άκουσε κατά τύχη την ιστορία για τα "σατανικά" κατορθώματά του. Μη πεπεισμένος από τις φήμες, πήγε να μάθει μόνος του αν ο Τζακ δικαίωνε την φήμη του.
Ο Τζακ ήταν μεθυσμένος και περιπλανιόταν στην εξοχή τη νύχτα όταν σκόνταψε σε ένα σώμα στο λιθόστρωτο μονοπάτι του. Το σώμα με τον απόκοσμο μορφασμό στο πρόσωπό του, κατέληξε να είναι ο ίδιος ο Διάβολος. Ο Τζακ με μελαγχολική διάθεση συνειδητοποίησε ότι αυτό ήταν το τέλος του, ο Διάβολος είχε έρθει να πάρει την ψυχή του. Τότε εξέφρασε την τελευταία του επιθυμία: ζήτησε από τον Διάβολο να του επιτρέψει να πιει μια μπύρα. Μη βλέποντας το λόγο να μην ενδώσει στην επιθυμία του, πήρε τον Τζακ στην τοπική παμπ και του προσέφερε πολλά οινοπνευματώδη ποτά. Αφού έσβησε τη δίψα του, ο Τζακ ζήτησε από τον Διάβολο να πληρώσει το λογαριασμό της μπύρας, ο οποίος και πείστηκε να μεταμορφωθεί σε ένα ασημένιο νόμισμα με το οποίο θα πλήρωνε τον μπάρμαν (εντυπωσιασμένος από τις ειδεχθής τακτικές του Τζακ). Πανέξυπνα, ο Τζακ έχωσε τον μεταμορφωμένο Διάβολο στην τσέπη του, η οποία περιείχε έναν σταυρό. Ανίκανος να αποδράσει από τη μορφή του (δεμένος καθώς ήταν από το σταυρό), συμφώνησε στην απαίτηση του Τζακ, η ψυχή του να του χαριστεί για δέκα χρόνια (με αντάλλαγμα την ελευθερία του Διαβόλου).Ακριβώς δέκα χρόνια μετά την ημέρα στην οποία ο Τζακ αρχικά επισφράγισε τη συμφωνία του, βρήκε ξανά τον εαυτό του επί την παρουσία του Διαβόλου. Όπως την προηγούμενη φορά, τον συνάντησε και φαινομενικά δέχτηκε ότι ήταν η ώρα του να πάει στην κόλαση οριστικά.
Καθώς ο Διάβολος ετοιμαζόταν να τον πάρει στον Κάτω Κόσμο, ο Τζακ ρώτησε αν μπορούσε να έχει ένα μήλο, με το οποίο θα τάιζε την πεινασμένη κοιλιά του. Βλακωδώς και πάλι συμφώνησε σ' αυτήν την τελευταία επιθυμία του. Καθώς όμως σκαρφάλωνε στα κλαδιά μιας κοντινής μηλιάς, ο Τζακ περικύκλωσε τη βάση με σταυρούς. Ο Διάβολος, απογοητευμένος από το γεγονός ότι είχε παγιδευτεί ξανά, απαίτησε την απελευθέρωσή του. Όπως είχε κάνει και πρωτύτερα, ο Τζακ απαίτησε ότι η ψυχή του δεν θα πήγαινε ποτέ στην κόλαση, αναγκάζοντας τον για ακόμα μία φορά να συμφωνήσει και για να τον ελευθερώσει.
Η αλκοολική και ασταθής ζωή, επέφερε το τίμημά της και ο Τζακ, πέθανε όπως είχε ζήσει. Καθώς η ψυχή του ετοιμαζόταν να εισέλθει στον παράδεισο, μέσα από τις Πύλες του Άγιου Πέτρου, σταματήθηκε. Του είπαν ότι εξαιτίας της ζωής που είχε ακολουθήσει, δεν του επιτρεπόταν η είσοδος στον Παράδεισο. Ο Τζακ, σε απελπισία τώρα, πήγε και στάθηκε μπροστά στις Πύλες του Άδη και ικέτευσε για είσοδο στον Κάτω Κόσμο. Ο Διάβολος, εκπληρώνοντας την υποχρέωσή του, δεν μπορούσε να πάρει την ψυχή του. Ωστόσο, από οίκτο έδωσε στον Τζακ ένα μισοκαμμένο κάρβουνο.
Από εκείνη τη μέρα μέχρι το τέλος της αιωνιότητας, ο Τζακ είναι καταδικασμένος να περιφέρεται στον κόσμο, ανάμεσα στα επίπεδα του καλού και του κακού, μόνο με ένα μισοκαμμένο κάρβουνο μέσα σε ένα σκαμμένο νεροκολόκυθο (το δεύτερο αγαπημένο φαγητό του Τζακ μετά τα γογγύλια), για να φωτίζει το δρόμο του...
Πηγή http://tro-ma-ktiko.blogspot.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου