Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Κάστρο Αντίρριου ή Κάστρο της Ρούμελης.

Το κάστρο του Αντιρρίου είναι κτισμένο στο νοτιότερο άκρο του νομού Αιτωλοακαρνανίας, απέναντι από την Πελοπόννησο. Το οχυρό αυτό, γνωστό και ως «καστέλι της Ρούμελης», μαζί με το αχαϊκό κάστρο του Ρίου, κτίστηκαν σε προϋπάρχουσες οχυρές θέσεις το 1500 με διαταγή του σουλτάνου Βαγιαζήτ Β', σε διάστημα μόνον τριών μηνών, και αποτελούσαν ένα ισχυρό οχυρωματικό έργο για τον έλεγχο εισόδου – εξόδου από και προς τον Κορινθιακό κόλπο. Το στενό αυτό πέρασμα έκτοτε έμεινε γνωστό με το όνομα «Μικρά Δαρδανέλλια» και ακριβώς εξαιτίας της στρατηγικής του θέσης αποτέλεσε αντικείμενο έριδας μεταξύ Οθωμανών, Ενετών, Γενοβέζων αλλά και των Ιπποτών της Μάλτας. Η οχυρότητα της θέσης μάλιστα τονιζόταν με την παροιμιώδη έκφραση “ούτε πουλί δεν πετάει ανάμεσα στα κάστρα”.

Το κάστρο του Αντιρρίου διανύει μια μακρά περίοδο καταστροφών και επισκευών. Το 1532 πολιορκήθηκε από το Γενοβέζο ναύαρχο Andrea Doria, ο οποίος ενεργούσε για λογαριασμό του μονάρχη των Αψβούργων, Καρόλου Ε'. Οι Οθωμανοί αρχικά αντιστάθηκαν, αλλά στη συνέχεια, υποχωρώντας, το ανατίναξαν. Το οχυρό εγκαταλείφθηκε για ένα χρόνο, οχυρώθηκε όμως ξανά από τους Οθωμανούς το 1533 με μεταφορά πυροβόλων από τη γειτονική Ναύπακτο. Το 1543 ο Οθωμανός ναύαρχος Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα μετέφερε στο κάστρο ισχυρές μονάδες πυροβολικού από τη Ναύπακτο.              Το 1603, το φρούριο καταστράφηκε από τους Ιππότες της Μάλτας και ξανακτίστηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι το ανατίναξαν το 1687, όταν ο Francesco Morosini τούς ανάγκασε να το εγκαταλείψουν. Το 1687 το κάστρο πιθανόν κτίζεται εκ νέου με σχέδια Eνετών μηχανικών. Οι Ενετοί πιθανόν το είχαν υπό την εποπτεία τους ως το 1699 οπότε με τη συνθήκη του Κάρλοβιτς παραχωρήθηκε στους Οθωμανούς στους οποίους παρέμεινε έως το 1829, οπότε παραδόθηκε στους Έλληνες με συνθήκη που υπέγραψε ο Αυγουστίνος Καποδίστριας, αδελφός του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας.
 Στη σημερινή του μορφή αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα επιθαλάσσιου οχυρού κυρίως ενετικής αρχιτεκτονικής. Η κάτοψη του είναι σχεδόν εξάγωνη με πολυγωνικούς προμαχώνες στις γωνίες του. Περιβάλλεται στις τρεις πλευρές του από θάλασσα και υγρή τάφρο στο βόρειο τμήμα του, η οποία και το απομόνωνε από την ξηρά. Ερείπια προκεχωρημένων οχυρώσεων προς το εσωτερικό της Αιτωλίας με τη μορφή τάφρου και επιμήκους τείχους που αποκόπτουν τη χερσόνησο από την ενδοχώρα, εντοπίστηκαν σε απόσταση 600 μ. από το κάστρο.

Το σωζόμενο οχυρό περιλαμβάνει κυρίως το περιμετρικό τείχος το οποίο διαμορφώνεται με ευθύγραμμη συμπαγή τοιχοποιία, περιμετρικό περίδρομο , διαδοχικές επάλξεις και κανονιοθυρίδες με μέτωπο προς τη θάλασσα. Χαρακτηριστικό είναι το ημικυλινδρικό εξέχον κυμάτιο (cordone) στη βάση του παραπέτου που περιτρέχει εξωτερικά το τείχος. Η κεντρική πύλη του κάστρου βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του και οδηγεί μέσω ενός τοξωτού διαδρόμου στο εσωτερικό. Οι κυριότερες μαρτυρίες για το κάστρο αφορούν πηγές του 17ου αι. που αναφέρουν ότι μέσα στο κάστρο του Αντιρρίου υπήρχαν περισσότερα από 89 σπίτια, ισλαμικό τέμενος του σουλτάνου Βαγιαζήτ Β', μικρό τέμενος (μεστζίτ) του σουλτάνου Σουλεϊμάν και ένα τουρκικό λουτρό.

 
 

Το κάστρο μέσα από μαρτυρίες

      Ο Οθωμανός Σπαχής της Πύλης Εβλιά Τσελεμπή 1611-1684, μέσα από το περιηγητικό του έργο αναφέρει:

«Το φρούριον τούτον είναι κτισμένον είς το χείλος της θαλάσσης εις μίαν αμμώδη τοποθεσίαν και έχει σχήμα τετράγωνον με πολλάς γωνίας και 18 πύργους. Είναι ένα φρούριον σταθερόν, ισχυρόν, ακλόνητον. Η περίμετρός του είναι επτακόσια μεγάλα βήματα. Έχει μίαν πύλην προς νότον. Έχει ένα δισδάρην, ένα σούμπασην ένα μπαδζντάρ και τριακοσίους στρατιώτας φρουρίου. Έχει εν όλω 70 μικρά και μεγάλα κανόνια. Είναι κανόνια εξαίρετα δυνάμενα να κανονιοβολούν τα βουνά της Πάτρας».

       Ο Γάλλος περιηγητής Φραγκίσκος Πουκεβίλ (1770-1838), πρόξενος της Γαλλίας(1805-1815) στο ταξιδιωτικό του αναφέρει: «το κάστρο του Λέπαντου ή της Ρωμυλίας, καλύπτει το άκρο του ακρωτηρίου του Αντιρρίου. Έχει σχήμα τετράγωνο μακρύ. Είναι οχυρωμένο και χωρισμένο σε δύο περιβόλους, με άδεια τάφρο από την πλευρά της ξηράς. Ο πρώτος περίβολος είναι γεμάτος τρώγλες και καλύβες όπου έμεναν οικογένειες χριστιανών του Βενέτικου. Ο δεύτερος περίβολος που καταλαμβάνει την άκρη του ακρωτηρίου, διασταυρώνει τα πυρά του με αυτά του απέναντι φρουρίου του Μωριά (Ρίον Αχαϊκόν). Κατοικείται δε, μόνο από Τούρκους, οι οποίοι είναι και οι φύλακες αυτού».

 Το Μυστικό του κάστρου.

Θερμός έρωτας ένωνε τα κάστρα της Επάχτου(Ναύπακτος) και Καστελιού(Αντίρριο). Η πανέμορφη αρχόντισσα του κάστρου του Επάχτου αγαπούσε το αρρενωπό αρχοντόπουλο του Καστελιού του Αντιρρίου. Πολλοί δεν έβλεπαν με καλό μάτι αυτό τον δεσμό και έβαλαν προσκόμματα στην ένωσή τους. Οι ανθρώπινες υστεροβουλίες τους χώρισαν στα φανερά, αλλά τους ένωνε στα κρυφά η μυστική σήραγγα που ξεκινούσε από τον Έπαχτο και έφθανε μέχρι το Καστέλι. Κανένας δεν έμαθε ποτέ τις συναντήσεις τους, γιατί τα κάστρα το κρατούσαν επτασφράγιστο το μυστικό τους.


Το κάστρο του Αντιρίου σήμερα
 Πηγές: lepanto1571, imerisia - Το κάστρο του Αντιρρίου   φωτογραφίες Αστικά Μυστικά.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ένθετος Ζωδιακός Κύκλος σε τοιχογραφία εκκλησίας του Πηλίου.

Η ομάδα έρευνας των αστικών μυστικών θα μας ταξιδέψει στο θρυλικό βουνό της Μαγνησίας, στο όρος Πήλιο. Θα μεταβούμε νοερά στην μαγευτική Τσαγκαράδα ή ακόμη πιο συγκεκριμένα στις Μηλιές. Εκεί το ενδιαφέρον μας προσέλκυσε μια εκλησία, στην κεντρική πλατεία του χωριού. Ο Ιερός Ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών στις Μηλιές Πηλίου ο οποίος αποτελεί δείγμα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής με ιδιέταιρο κατασκευαστικά χαρακτήρα, αξιόλογες τοιχογραφίες και μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον.  Ο ρυθμός του είναι τρίκλιτη βασιλική με δώδεκα εσωτερικούς τρούλους και αποτελείται από τον πρόναο και τον κυρίως ναό. Χτίστηκε κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, από το 1741 έως το 1774, χωρίς καμπαναριό και με τέτοιο τρόπο ώστε το εξωτερικό του να μην προδίδει την αληθινή φύση του κτιρίου, για την προστασία του.  Από την προφορική παράδοση γνωρίζουμε, ότι η αγιογράφηση έχει γίνει από Αγιορείτη μοναχό και το τέμπλο, που είναι ξυλόγλυπτο και επιχρυσωμένο από ξύλο φλαμουριάς και έχει κατασκευαστεί από Ηπειρώτε

Η χαμένη αποικία Roanoke και η μυστηριώδης λέξη Croatoan

Croatoan : Μια μυστηριώδης λέξη που έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον των απανταχού κυνηγών του μυστηρίου, εδώ και αιώνες. Τι συνέβη στη χαμένη αποικία της Βόρειας Καρολίνας, στο Roanoke Island ; Πολλές θεωρίες έχουν προταθεί αλλά καμιά μέχρι τώρα δεν έχει επικρατήσει ως η πιο πιθανή, αντίθετα ο γρίφος μεγαλώνει. Μια ομάδα εποίκων εξαφανίστηκε στη Βόρεια Αμερική χωρίς κανένα ίχνος και κανείς δεν έχει βρει στοιχεία για την τύχη τους εδώ και αιώνες. Η αποικία Roanoke ήταν ο πρώτος αγγλικός οικισμός στην Αμερική. Αφού έμαθε για μια πλούσια, όμορφη περιοχή στην Αμερική η Βασίλισσα Ελισάβετ Ι, της Αγγλίας, αποφάσισε να προσαρτήσει αυτή τη περιοχή της Βιρτζίνια. Στη συνέχεια, έδωσε στον Sir Walter Raleigh  άδεια να δημιουργήσει μια αποικία. Θα χρηματοδοτούσε και θα σχεδίαζε την εκστρατεία στη περιοχή που βρίσκεται τώρα η Βόρεια Καρολίνα. Ο Raleigh είχε 10 χρόνια για να ολοκληρώσει την αποστολή. Το 1585, μια αποστολή με επικεφαλής τον Sir Richard Grenville, που αποτελούνταν απ

Aπομεινάρι από την αρχαία Θάλασσα της Τηθύος νότια της Κρήτης.

Κατα την περιήγηση της ομάδας έρευνας των αστικών μυστικών στο διαδίκτυο ''σκοντάψαμε'' σε ένα άρθρο του πρώτου θέματος με τίτλο Νότια της Κρήτης ο αρχαιότερος ωκεάνιος φλοιός στον κόσμο   το οποίο μας πληροφορεί ότι ο βυθός της Ανατολικής Μεσογείου περιέχει τον αρχαιότερο ωκεάνιο φλοιό στον κόσμο, ηλικίας έως 340 εκατομμυρίων ετών, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική έρευνα. Συγκεκριμένα πρόκειται για την υποθαλάσσια περιοχή γνωστή ως Λεκάνη του Ηροδότου , που βρίσκεται νοτιοανατολικά της Κρήτης, νοτιοδυτικά της Κύπρου και βόρεια της Αιγύπτου. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Ρόι Γκρανότ του Πανεπιστημίου Μπεν Γκουριόν του Ισραήλ, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό γεωεπιστημών "Nature Geoscience". Στους ωκεανούς της Γης λαμβάνει χώρα μια συνεχής ανακύκλωση, καθώς στις λεγόμενες ζώνες καταβύθισης ο φλοιός εισχωρεί στον μανδύα του πλανήτη για να αναδυθεί ξανά μετά από εκατομμύρια χρόνια. Ο βυθός των θαλασσών συνήθως έχει ηλικία όχι μεγαλύτε