Εμφανίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, όταν άρχισε να εφαρμόζεται η μέθοδος της σάλας στη ναυπήγηση και κυριάρχησε στο Αιγαίο τον 19ο αιώνα όπου τα περισσότερα από τα μεγάλα πλοία στο Αιγαίο ήταν καραβόσκαρα. Μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα και λογω της ελλειψοειδούς μορφής της πρύμνης του σχεδιαζόταν μόνο με τη μέθοδο της σάλας. Κατασκευάζονταν μέχρι το 1940-1948 στα διάφορα νησιά και καρνάγια της πατρίδας μας, τα ωραιότερα όμως λέγεται ότι σκαρώνονταν στην Σκιάθο από τον πρωτομάστορα Γεώργιο Μυτιληναίο.
Το καραβόσκαρο είναι ένα από τα στενότερα και πολυπλοκότερα στην κατασκευή ελληνικά σκαριά. Το μήκος του έφτανε πολλές φορές τα 50 έως 60 μέτρα και μπορούσε να δεχτεί σχεδόν όλα τα είδη της ιστιοφορίας και η χωρητικότητά τους 400 έως 500 τόνους θεωρείται δε απόγονος του βυζαντινού “δρόμωνα”.
Αρχικά ήταν αλιευτικό αλλά γρήγορα επεκτάθηκε η χρήση του ως φορτηγού, πολεμικού και αργότερα σαν ακτοπλοϊκού ή πλοίου αναψυχής. Πολλές φορές συναντάμε καραβόσκαρα στα οποία αποτυπώνονται δύο διαφορετικοί τύποι πλοίων,που αποκαλούνται “μπάσταρδα”. Άλλες φορές έχουν την πλώρη καραβόσκαρου και την πρύμνη “λίμπερτυ” ή την πλώρη τρεχαντηριού και τη πρύμνη καραβόσκαρου.
Υπήρχαν καραβόσκαρα που είχαν σχεδιαστεί για να μεταφέρουν κάρα και αργότερα αυτοκίνητα, που η χρήση τους επέβαλε να είναι τα παραπέτα τους “αμπάσα”, πιο χαμηλά. Με τον τρόπο αυτό ήταν ευκολότερη η φορτοεκφόρτωση των κάρων και ονομάζονταν “περαματαριές”.
Πηγή: archaiologia.gr, Ιστορικές φωτογραφίες από τα ναυπηγεία Ταρσανά
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου