Το σύμβολο του «Star Trek» ο χαμός του οποίου βύθισε την ανθρωπότητα στη θλίψη.Δεν είναι και πολύ συχνό το φαινόμενο ο θάνατος ενός αγαπημένου πρωταγωνιστή να φέρνει ειλικρινή και καθολική λύπη στην οικουμένη, κάτι που συνέβη μόλις με τον χαμό του μεγάλου αγαπημένου όλων.
Ο κλασικός Σποκ τόσο του τηλεοπτικού όσο και του κινηματογραφικού «Star Trek δεν χρειάζεται φυσικά συστάσεις, καθώς τον έκλαψαν όλοι στις 27 Φεβρουαρίου 2015, όταν έφυγε από τη ζωή: από οικείους και γνωστούς μέχρι και εκατομμύρια θαυμαστές της κλασικής sci-fi μυθολογίας. Αλλά και οι αστροναύτες της NASA, που τόσο ενέπνευσε ο μισός άνθρωπος-μισός εξωγήινος του «Star Trek»!
Από το 1966, όταν και ντεμπούταρε το «Star Trek», ο Νίμοϊ έγινε αστέρι παγκόσμιου βεληνεκούς, ένα καθεστώς που φάνηκε να τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή και επισκίασε φυσικά κάθε άλλη δραστηριότητά του ως ηθοποιού, σκηνοθέτη και φωτογράφου.
Πάσχοντας εδώ και καιρό από χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, παρά το γεγονός ότι είχε κόψει το κάπνισμα εδώ και 30 χρόνια, ο λατρεμένος Σποκ έριξε βίαια την αυλαία σε μια από τις πιο ξεχωριστές και συναρπαστικές προσωπικότητες που πέρασαν ποτέ από την ιστορία του θεάματος. Ποιητής, φωτογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός φυσικά, ο Λέοναρντ Νίμοϊ έμελλε να στιγματιστεί από τον ρόλο του εξωγήινου Σποκ στη saga του «Star Trek» και να γίνει ένας από τους πιο cult χαρακτήρες στην τηλεοπτική ιστορία.
Λίγο πριν πετάξει οριστικά για άλλους γαλαξίες, ο Νίμοϊ τουίταρε το τελευταίο του τσιτάτο, το ποιητικό απαύγασμα λες μιας ζωής: «Η ζωή είναι σαν ένας κήπος. Τέλειες στιγμές μπορεί να έχεις, αλλά δεν μπορούν να διατηρηθούν, παρά μόνο στη μνήμη». Και βέβαια έκλεισε το στερνό tweet με το ανεπανάληπτο σλόγκαν του από τη σειρά: «LLAP» έγραψε, «Live Long And Prosper» (κάτι σαν «Μακροημέρευσε και ευδοκίμησε») δηλαδή, όπως χαιρετούσε ο κύριος Σποκ στη μικρή και μεγάλη οθόνη…
Και βέβαια η NASA του απάντησε αμέσως στο «τιτίβισμα», αποτίνοντας φόρο τιμής στην έμπνευση που αποτέλεσε ο Σποκ για τόσους και τόσους αστροναύτες! Αυτός ήταν ο εξωγήινος που λάτρεψε η ανθρωπότητα και του αντιγύρισε την αβρότητα…Ο Λέοναρντ Σίμον Νίμοϊ γεννιέται στις 26 Μαρτίου 1931 στη Βοστόνη της Μασαχουσέτης ως το νεότερο από τα παιδιά μιας πολυμελούς οικογένειας ρωσοεβραίων εμιγκρέδων. Ο πατέρας ήταν ο μπαρμπέρης της συνοικίας και τα δυο μικρά της φαμίλιας, ο Λέοναρντ και ο μεγαλύτερος Μέλβιν, μοίραζαν εφημερίδες για να συμβάλουν στο οικογενειακό εισόδημα. Το μικρόβιο της υποκριτικής είχε χτυπήσει όμως τον Λέοναρντ από παιδί: ήταν μόλις 8 χρονών όταν ανέβηκε για πρώτη φορά στο θεατρικό σανίδι. Πλέον έπαιζε κάθε χρόνο σε ερασιτεχνικούς θιάσους και στις σχολικές παραστάσεις φυσικά, παράλληλα πάντα με τις γυμνασιακές του υποχρεώσεις. Μετά την αποφοίτησή του το 1949, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης, αν και ήταν σαφές ότι το μυαλό του ήταν στραμμένο στο θέαμα και την τέχνη. Ερμηνεύει πλήθος ρόλων στα κολεγιακά του χρόνια και ονειρεύεται μια ζωή ως ηθοποιός. Κάποια στιγμή κάνει αίτηση στη γνωστή θεατρική εταιρία της Καλιφόρνια, Pasadena Playhouse, και γίνεται αμέσως δεκτός. Κι έτσι θα βρεθεί να πουλά ηλεκτρικές σκούπες ώστε να εξασφαλίσει τα απαραίτητα για τη μετακόμισή του στη Δυτική Ακτή… Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950, ο Νίμοϊ είχε ήδη εμφανιστεί σε πληθώρα μικρορόλων στο μεγάλο πανί, αν και ο πρώτος του κανονικός ρόλος θα ερχόταν το 1952 στην ταινία πυγμαχίας «Kid Monk Baroni». Μετά ήρθαν τα χρόνια του στρατού, με τον ίδιο να στρατεύεται το 1953 και μέσα στη θητεία του να παντρεύεται (1954) τη Sandra Zober, πριν επιστρέψει στην υποκριτική το 1955. Οι ρόλοι τόσο σε τηλεόραση όσο και σε ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού συνεχίστηκαν με την ίδια δυναμική και στα χρόνια αυτά γεννήθηκαν και τα δυο του παιδιά: η Julie το 1955 και ο Adam το 1956.Αφού έφτιαξε ένα πρώτο καλό όνομα μέσα από σωρεία τηλεοπτικών σειρών («Dragnet», «The Rough Riders», «Sea Hunt», «Bonanza», «The Twilight Zone», «Dr. Kildaire» κ.λπ.), ο Νίμοϊ εμφανίστηκε το 1965 σε επεισόδιο της δημοφιλούς σειράς «The Lieutenant», κάτι που έκανε τον σεναριογράφο και παραγωγό Gene Roddenberry να τον προσέξει. Εκείνη την εποχή ο Roddenberry έκανε οντισιόν για μια σειρά επιστημονικής φαντασίας που είχε ονομάσει «Star Trek» και θεώρησε πως ο Λέοναρντ θα ήταν ιδανικός για τον ρόλο του ανέκφραστου εξωγήινου αν και ανεπανάληπτα λογικού επιστήμονα «Mr. Spock».
Τόσο ήθελε ο παραγωγός τον Νίμοϊ στο καστ της σειράς που τον άφησε να περιλάβει και δικά του στοιχεία στον χαρακτήρα: στον ηθοποιό χρωστάμε τόσο την παροιμιωδώς ανέκφραστη φύση του εξωγήινου από τον πλανήτη Vulcan όσο και τον κλασικό πια χαιρετισμό του με τα δυο δάχτυλα! Έμπνευση του Νίμοϊ ήταν επίσης ο εμβληματικός χαιρετισμός «Live long and prosper» του Σποκ, που βασιζόταν σε παλιά εβραϊκή ευλογία. Όπως ξέρουμε, το «Star Trek» ντεμπούταρε το 1966 και μετέτρεψε τόσο τον Νίμοϊ όσο και τον συμπρωταγωνιστή του Γουίλιαμ Σάτνερ σε αστέρες πρώτου μεγέθους!Η καινοτόμα σειρά με την κατακλυσμιαία επιτυχία και το σταθερά φανατικό κοινό έφερε στον Νίμοϊ τρεις υποψηφιότητες για Emmy, αν και έκανε τις σχέσεις του με τον συμπρωταγωνιστή να βυθιστούν στα τάρταρα. Όπως είπε και στην αυτοβιογραφία του ο Σάτνερ («Up Till Now: An Autobiography»): «Εγώ υποτίθεται ότι ήμουν ο πρωταγωνιστής αλλά ο Λέοναρντ έκλεβε όλη τη δόξα. Αυτό με ενοχλούσε πολύ». Κι έτσι, παρά τη μεγάλη τηλεθέαση της σειράς, το «Star Trek» έριξε αναπάντεχα αυλαία μέχρι το 1969…Όταν κόπηκε η σειρά που τον είχε στείλει στην τηλεοπτική αθανασία, ο Νίμοϊ βρήκε αμέσως τη θέση του στο τηλεοπτικό «Mission: Impossible» («Επικίνδυνες Αποστολές»). Εκεί πέρασε τα δύο επόμενα χρόνια, εγκαταλείποντας και αυτή την επιτυχία το 1971…Αφού ανάρρωσε από επέμβαση για το έλκος στομάχου που τον ταλαιπωρούσε, ο Λέοναρντ όργωνε πια τα θεατρικά σανίδια γνωρίζοντας ιδιαίτερη επιτυχία ως «Βιολιστής στη Στέγη» αλλά και σε πληθώρα τηλεοπτικών σειρών. Αυτή την εποχή άρχισε να εξερευνεί και άλλους τομείς δράσης, περνώντας σταδιακά πίσω από τις κάμερες και βρίσκοντας νέα φήμη ως τηλεοπτικός σκηνοθέτης. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 1970, δημοσίευσε ουκ ολίγες ποιητικές συλλογές και το 1975 κυκλοφόρησε τη βλάσφημη για τους θαυμαστές του αυτοβιογραφία «I Am Not Spock», στην οποία αποκαλύπτεται η αμφιθυμική του σχέση με τον χαρακτήρα που τον έκανε παγκόσμιο σύμβολο. Γράφει εκεί: «Στον Σποκ βρήκα τα καλύτερα και από τους δύο κόσμους που ήθελα να ζω: να είμαι μαζικά αποδεκτός και ταυτόχρονα να μπορώ να παίζω τον μοναχικό εξωγήινο μέσα από το χαρακτήρα του Σποκ». Η δεύτερη αυτοβιογραφία του ήρθε να επιβεβαιώσει πως μέσα στα χρόνια ο Λεόναρντ Νίμοϊ δεν έπαιζε μόνο τον Σποκ, αλλά ήταν ο Σποκ (κυκλοφόρησε το 1995 με τίτλο «I Am Spock»)…Δεν έμεινε ωστόσο μακριά από την αγαπημένη του τηλεόραση και το 1976 άρχισε να παρουσιάζει τη μακροβιότατη εκπομπή του «In Search Of...», ένα τηλεοπτικό προϊόν αφιερωμένο στη διερεύνηση του παραφυσικού. Και βέβαια το 1978 πρωταγωνίστησε στο remake του «Invasion of the Body Snatchers»…Με την επίσης κατακλυσμιαία επιτυχία του «Star Wars» το 1977, ήταν πια αναμφισβήτητο ότι το κινηματογραφόφιλο κοινό διψούσε για επιστημονική φαντασία μεγάλου προϋπολογισμού. Κι έτσι η Paramount, θέλοντας να ανταγωνιστεί αλλά και να εξαργυρώσει την επιτυχία του Τζορτζ Λούκας, αποφάσισε να επαναλανσάρει το «Star Trek» (που δεν είχε σταματήσει εξάλλου να παίζεται ποτέ στην αμερικανική και ευρωπαϊκή τηλεόραση) ως κινηματογραφικό πλέον προϊόν. Αφού διαπραγματεύτηκε πολύ τους όρους του συμβολαίου του, ο Νίμοϊ ήταν έτοιμος να ξαναδρέψει δάφνες ως «Mr. Spock».Το «Star Trek: The Movie» βγήκε στις σκοτεινές αίθουσες τον Δεκέμβριο του 1979 για να σπάσει κυριολεκτικά τα ταμεία, πριν λάβει τρεις υποψηφιότητες για χρυσό αγαλματίδιο. Ο Νίμοϊ επέστρεψε στη μεγάλη και επικερδή αγκαλιά το 1982 για το sequel «Star Trek: The Wrath of Khan» και στο τρίτο και τέταρτο επεισόδιο του κινηματογραφικού πια franchise υπέγραψε και τη σκηνοθεσία («Star Trek III: The Search for Spock» του 1984 και «Star Trek IV: The Voyage Home» του 1986). Είχε ήδη παίξει βέβαια στο βιογραφικό φιλμ του 1982 «A Woman Called Golda» για τη ζωή της ισραηλινής πρωθυπουργού Γκόλντα Μέγιερ (την οποία ενσάρκωσε η ανεπανάληπτη Ίνγκριντ Μπέργκμαν), ρόλος που του έφερε άλλη μια υποψηφιότητα για Emmy…Την επόμενη χρονιά, ο Νίμοϊ επικεντρώθηκε στη σκηνοθεσία και γύρισε την επίσης πολύ μεγάλη επιτυχία με τον Τομ Σέλεκ «Three Men and a Baby» (1987), αν και την ίδια χρονιά ο γάμος του με τη Sandra θα έπαιρνε τέλος. Ο Νίμοϊ παντρεύτηκε και πάλι το 1989, αυτή τη φορά την ηθοποιό Susan Bay.Καθώς όμως η σειρά ταινιών του «Star Trek» συνεχιζόταν, αυτός και ο Σάτνερ αποξενώνονταν ακόμα περισσότερο. Μπορεί να είχαν παραμερίσει τα μίση για χάρη των προηγούμενων φιλμ, μέχρι να βγουν ωστόσο στις αίθουσες το «Star Trek V: The Final Frontier» το 1989 και το «Star Trek VI: The Undiscovered Country» το 1991, ο Νίμοϊ είχε ήδη αποχαιρετίσει το franchise. Την επόμενη χρονιά δοκίμασε τις δυνάμεις του στο σενάριο, γράφοντας το «Vincent», την κινηματογραφική μεταφορά μιας παλιάς δουλειάς που είχε σκηνοθετήσει και πρωταγωνιστήσει για τη ζωή του σπουδαίου ολλανδού ζωγράφου Βίνσεντ Βαν Γκογκ. Ο Νίμοϊ πέρασε το υπόλοιπο της δεκαετίας του 1990 ακονίζοντας τη σκηνοθετική του μπαγκέτα, δανείζοντας τη φωνή του σε κινούμενα σχέδια και εμφανιζόμενος αρκετές ακόμα φορές σε κινηματογραφικούς ρόλους. Το 1995 δημοσίευσε τη δεύτερη όπως είπαμε αυτοβιογραφία του «I Am Spock».Έχοντας αποσυρθεί εν πολλοίς από την υποκριτική, ο Νίμοϊ δεν εγκατέλειψε την ενεργό δράση: πλέον αγκάλιασε μια νέα καριέρα ως φωτογράφος, την ίδια ώρα που διακρίθηκε και για το φιλανθρωπικό του έργο. Ταυτοχρόνως, τα βρήκε με τον παντοτινό άσπονδο φίλο του Ουίλιαμ Σάτνερ, λειτουργώντας ως κουμπάρος στον γάμο του τελευταίου το 1997! Το 2002 κυκλοφόρησε το πρώτο του λεύκωμα («The Shekhina Project») και το 2007 ήρθε η δεύτερη και εξίσου προκλητική φωτογραφική δουλειά «The Full Body Project», παίζοντας με τη γύμνια και τα μεγέθη του γυναίκειου σώματος. Ταυτοχρόνως, συνέχισε να υποστηρίζει την έρευνα και την τέχνη μέσα από το ίδρυμά του Nimoy Foundation. Ο αγαπημένος ηθοποιός επέστρεψε στο κινηματογραφικό reboot του «Star Trek» το 2009, όταν υποδύθηκε τον Σποκ σε μια από τις ωραιότερες και πιο συγκινητικές στιγμές των τελευταίων χρόνων.
Μια σκηνή που περιγράφει δηλαδή περισσότερο ίσως από οτιδήποτε άλλο τους λόγους για τους οποίους ο Νίμοϊ ήταν κάτι παραπάνω από θρύλος, κάτι περισσότερο από μια ιδέα, ένας άνθρωπος από άλλο πλανήτη που έμαθε να ζει ανάμεσα στους θνητούς…Τον Φεβρουάριο του 2014, ο Λέοναρντ Νίμοϊ αποκάλυψε πως έπασχε από χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Έναν χρόνο αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2015, ο λατρεμένος ηθοποιός μπήκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο και μία εβδομάδα αργότερα πέθανε στο σπίτι του στο Λος Άντζελες: το ημερολόγιο έγραφε 27 Φεβρουαρίου 2015 και ήταν πια στα 83 χρόνια της ζωής του…
http://www.newsbeast.gr/
Ο κλασικός Σποκ τόσο του τηλεοπτικού όσο και του κινηματογραφικού «Star Trek δεν χρειάζεται φυσικά συστάσεις, καθώς τον έκλαψαν όλοι στις 27 Φεβρουαρίου 2015, όταν έφυγε από τη ζωή: από οικείους και γνωστούς μέχρι και εκατομμύρια θαυμαστές της κλασικής sci-fi μυθολογίας. Αλλά και οι αστροναύτες της NASA, που τόσο ενέπνευσε ο μισός άνθρωπος-μισός εξωγήινος του «Star Trek»!
Από το 1966, όταν και ντεμπούταρε το «Star Trek», ο Νίμοϊ έγινε αστέρι παγκόσμιου βεληνεκούς, ένα καθεστώς που φάνηκε να τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή και επισκίασε φυσικά κάθε άλλη δραστηριότητά του ως ηθοποιού, σκηνοθέτη και φωτογράφου.
Πάσχοντας εδώ και καιρό από χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, παρά το γεγονός ότι είχε κόψει το κάπνισμα εδώ και 30 χρόνια, ο λατρεμένος Σποκ έριξε βίαια την αυλαία σε μια από τις πιο ξεχωριστές και συναρπαστικές προσωπικότητες που πέρασαν ποτέ από την ιστορία του θεάματος. Ποιητής, φωτογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός φυσικά, ο Λέοναρντ Νίμοϊ έμελλε να στιγματιστεί από τον ρόλο του εξωγήινου Σποκ στη saga του «Star Trek» και να γίνει ένας από τους πιο cult χαρακτήρες στην τηλεοπτική ιστορία.
Λίγο πριν πετάξει οριστικά για άλλους γαλαξίες, ο Νίμοϊ τουίταρε το τελευταίο του τσιτάτο, το ποιητικό απαύγασμα λες μιας ζωής: «Η ζωή είναι σαν ένας κήπος. Τέλειες στιγμές μπορεί να έχεις, αλλά δεν μπορούν να διατηρηθούν, παρά μόνο στη μνήμη». Και βέβαια έκλεισε το στερνό tweet με το ανεπανάληπτο σλόγκαν του από τη σειρά: «LLAP» έγραψε, «Live Long And Prosper» (κάτι σαν «Μακροημέρευσε και ευδοκίμησε») δηλαδή, όπως χαιρετούσε ο κύριος Σποκ στη μικρή και μεγάλη οθόνη…
Και βέβαια η NASA του απάντησε αμέσως στο «τιτίβισμα», αποτίνοντας φόρο τιμής στην έμπνευση που αποτέλεσε ο Σποκ για τόσους και τόσους αστροναύτες! Αυτός ήταν ο εξωγήινος που λάτρεψε η ανθρωπότητα και του αντιγύρισε την αβρότητα…Ο Λέοναρντ Σίμον Νίμοϊ γεννιέται στις 26 Μαρτίου 1931 στη Βοστόνη της Μασαχουσέτης ως το νεότερο από τα παιδιά μιας πολυμελούς οικογένειας ρωσοεβραίων εμιγκρέδων. Ο πατέρας ήταν ο μπαρμπέρης της συνοικίας και τα δυο μικρά της φαμίλιας, ο Λέοναρντ και ο μεγαλύτερος Μέλβιν, μοίραζαν εφημερίδες για να συμβάλουν στο οικογενειακό εισόδημα. Το μικρόβιο της υποκριτικής είχε χτυπήσει όμως τον Λέοναρντ από παιδί: ήταν μόλις 8 χρονών όταν ανέβηκε για πρώτη φορά στο θεατρικό σανίδι. Πλέον έπαιζε κάθε χρόνο σε ερασιτεχνικούς θιάσους και στις σχολικές παραστάσεις φυσικά, παράλληλα πάντα με τις γυμνασιακές του υποχρεώσεις. Μετά την αποφοίτησή του το 1949, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης, αν και ήταν σαφές ότι το μυαλό του ήταν στραμμένο στο θέαμα και την τέχνη. Ερμηνεύει πλήθος ρόλων στα κολεγιακά του χρόνια και ονειρεύεται μια ζωή ως ηθοποιός. Κάποια στιγμή κάνει αίτηση στη γνωστή θεατρική εταιρία της Καλιφόρνια, Pasadena Playhouse, και γίνεται αμέσως δεκτός. Κι έτσι θα βρεθεί να πουλά ηλεκτρικές σκούπες ώστε να εξασφαλίσει τα απαραίτητα για τη μετακόμισή του στη Δυτική Ακτή… Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950, ο Νίμοϊ είχε ήδη εμφανιστεί σε πληθώρα μικρορόλων στο μεγάλο πανί, αν και ο πρώτος του κανονικός ρόλος θα ερχόταν το 1952 στην ταινία πυγμαχίας «Kid Monk Baroni». Μετά ήρθαν τα χρόνια του στρατού, με τον ίδιο να στρατεύεται το 1953 και μέσα στη θητεία του να παντρεύεται (1954) τη Sandra Zober, πριν επιστρέψει στην υποκριτική το 1955. Οι ρόλοι τόσο σε τηλεόραση όσο και σε ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού συνεχίστηκαν με την ίδια δυναμική και στα χρόνια αυτά γεννήθηκαν και τα δυο του παιδιά: η Julie το 1955 και ο Adam το 1956.Αφού έφτιαξε ένα πρώτο καλό όνομα μέσα από σωρεία τηλεοπτικών σειρών («Dragnet», «The Rough Riders», «Sea Hunt», «Bonanza», «The Twilight Zone», «Dr. Kildaire» κ.λπ.), ο Νίμοϊ εμφανίστηκε το 1965 σε επεισόδιο της δημοφιλούς σειράς «The Lieutenant», κάτι που έκανε τον σεναριογράφο και παραγωγό Gene Roddenberry να τον προσέξει. Εκείνη την εποχή ο Roddenberry έκανε οντισιόν για μια σειρά επιστημονικής φαντασίας που είχε ονομάσει «Star Trek» και θεώρησε πως ο Λέοναρντ θα ήταν ιδανικός για τον ρόλο του ανέκφραστου εξωγήινου αν και ανεπανάληπτα λογικού επιστήμονα «Mr. Spock».
Τόσο ήθελε ο παραγωγός τον Νίμοϊ στο καστ της σειράς που τον άφησε να περιλάβει και δικά του στοιχεία στον χαρακτήρα: στον ηθοποιό χρωστάμε τόσο την παροιμιωδώς ανέκφραστη φύση του εξωγήινου από τον πλανήτη Vulcan όσο και τον κλασικό πια χαιρετισμό του με τα δυο δάχτυλα! Έμπνευση του Νίμοϊ ήταν επίσης ο εμβληματικός χαιρετισμός «Live long and prosper» του Σποκ, που βασιζόταν σε παλιά εβραϊκή ευλογία. Όπως ξέρουμε, το «Star Trek» ντεμπούταρε το 1966 και μετέτρεψε τόσο τον Νίμοϊ όσο και τον συμπρωταγωνιστή του Γουίλιαμ Σάτνερ σε αστέρες πρώτου μεγέθους!Η καινοτόμα σειρά με την κατακλυσμιαία επιτυχία και το σταθερά φανατικό κοινό έφερε στον Νίμοϊ τρεις υποψηφιότητες για Emmy, αν και έκανε τις σχέσεις του με τον συμπρωταγωνιστή να βυθιστούν στα τάρταρα. Όπως είπε και στην αυτοβιογραφία του ο Σάτνερ («Up Till Now: An Autobiography»): «Εγώ υποτίθεται ότι ήμουν ο πρωταγωνιστής αλλά ο Λέοναρντ έκλεβε όλη τη δόξα. Αυτό με ενοχλούσε πολύ». Κι έτσι, παρά τη μεγάλη τηλεθέαση της σειράς, το «Star Trek» έριξε αναπάντεχα αυλαία μέχρι το 1969…Όταν κόπηκε η σειρά που τον είχε στείλει στην τηλεοπτική αθανασία, ο Νίμοϊ βρήκε αμέσως τη θέση του στο τηλεοπτικό «Mission: Impossible» («Επικίνδυνες Αποστολές»). Εκεί πέρασε τα δύο επόμενα χρόνια, εγκαταλείποντας και αυτή την επιτυχία το 1971…Αφού ανάρρωσε από επέμβαση για το έλκος στομάχου που τον ταλαιπωρούσε, ο Λέοναρντ όργωνε πια τα θεατρικά σανίδια γνωρίζοντας ιδιαίτερη επιτυχία ως «Βιολιστής στη Στέγη» αλλά και σε πληθώρα τηλεοπτικών σειρών. Αυτή την εποχή άρχισε να εξερευνεί και άλλους τομείς δράσης, περνώντας σταδιακά πίσω από τις κάμερες και βρίσκοντας νέα φήμη ως τηλεοπτικός σκηνοθέτης. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 1970, δημοσίευσε ουκ ολίγες ποιητικές συλλογές και το 1975 κυκλοφόρησε τη βλάσφημη για τους θαυμαστές του αυτοβιογραφία «I Am Not Spock», στην οποία αποκαλύπτεται η αμφιθυμική του σχέση με τον χαρακτήρα που τον έκανε παγκόσμιο σύμβολο. Γράφει εκεί: «Στον Σποκ βρήκα τα καλύτερα και από τους δύο κόσμους που ήθελα να ζω: να είμαι μαζικά αποδεκτός και ταυτόχρονα να μπορώ να παίζω τον μοναχικό εξωγήινο μέσα από το χαρακτήρα του Σποκ». Η δεύτερη αυτοβιογραφία του ήρθε να επιβεβαιώσει πως μέσα στα χρόνια ο Λεόναρντ Νίμοϊ δεν έπαιζε μόνο τον Σποκ, αλλά ήταν ο Σποκ (κυκλοφόρησε το 1995 με τίτλο «I Am Spock»)…Δεν έμεινε ωστόσο μακριά από την αγαπημένη του τηλεόραση και το 1976 άρχισε να παρουσιάζει τη μακροβιότατη εκπομπή του «In Search Of...», ένα τηλεοπτικό προϊόν αφιερωμένο στη διερεύνηση του παραφυσικού. Και βέβαια το 1978 πρωταγωνίστησε στο remake του «Invasion of the Body Snatchers»…Με την επίσης κατακλυσμιαία επιτυχία του «Star Wars» το 1977, ήταν πια αναμφισβήτητο ότι το κινηματογραφόφιλο κοινό διψούσε για επιστημονική φαντασία μεγάλου προϋπολογισμού. Κι έτσι η Paramount, θέλοντας να ανταγωνιστεί αλλά και να εξαργυρώσει την επιτυχία του Τζορτζ Λούκας, αποφάσισε να επαναλανσάρει το «Star Trek» (που δεν είχε σταματήσει εξάλλου να παίζεται ποτέ στην αμερικανική και ευρωπαϊκή τηλεόραση) ως κινηματογραφικό πλέον προϊόν. Αφού διαπραγματεύτηκε πολύ τους όρους του συμβολαίου του, ο Νίμοϊ ήταν έτοιμος να ξαναδρέψει δάφνες ως «Mr. Spock».Το «Star Trek: The Movie» βγήκε στις σκοτεινές αίθουσες τον Δεκέμβριο του 1979 για να σπάσει κυριολεκτικά τα ταμεία, πριν λάβει τρεις υποψηφιότητες για χρυσό αγαλματίδιο. Ο Νίμοϊ επέστρεψε στη μεγάλη και επικερδή αγκαλιά το 1982 για το sequel «Star Trek: The Wrath of Khan» και στο τρίτο και τέταρτο επεισόδιο του κινηματογραφικού πια franchise υπέγραψε και τη σκηνοθεσία («Star Trek III: The Search for Spock» του 1984 και «Star Trek IV: The Voyage Home» του 1986). Είχε ήδη παίξει βέβαια στο βιογραφικό φιλμ του 1982 «A Woman Called Golda» για τη ζωή της ισραηλινής πρωθυπουργού Γκόλντα Μέγιερ (την οποία ενσάρκωσε η ανεπανάληπτη Ίνγκριντ Μπέργκμαν), ρόλος που του έφερε άλλη μια υποψηφιότητα για Emmy…Την επόμενη χρονιά, ο Νίμοϊ επικεντρώθηκε στη σκηνοθεσία και γύρισε την επίσης πολύ μεγάλη επιτυχία με τον Τομ Σέλεκ «Three Men and a Baby» (1987), αν και την ίδια χρονιά ο γάμος του με τη Sandra θα έπαιρνε τέλος. Ο Νίμοϊ παντρεύτηκε και πάλι το 1989, αυτή τη φορά την ηθοποιό Susan Bay.Καθώς όμως η σειρά ταινιών του «Star Trek» συνεχιζόταν, αυτός και ο Σάτνερ αποξενώνονταν ακόμα περισσότερο. Μπορεί να είχαν παραμερίσει τα μίση για χάρη των προηγούμενων φιλμ, μέχρι να βγουν ωστόσο στις αίθουσες το «Star Trek V: The Final Frontier» το 1989 και το «Star Trek VI: The Undiscovered Country» το 1991, ο Νίμοϊ είχε ήδη αποχαιρετίσει το franchise. Την επόμενη χρονιά δοκίμασε τις δυνάμεις του στο σενάριο, γράφοντας το «Vincent», την κινηματογραφική μεταφορά μιας παλιάς δουλειάς που είχε σκηνοθετήσει και πρωταγωνιστήσει για τη ζωή του σπουδαίου ολλανδού ζωγράφου Βίνσεντ Βαν Γκογκ. Ο Νίμοϊ πέρασε το υπόλοιπο της δεκαετίας του 1990 ακονίζοντας τη σκηνοθετική του μπαγκέτα, δανείζοντας τη φωνή του σε κινούμενα σχέδια και εμφανιζόμενος αρκετές ακόμα φορές σε κινηματογραφικούς ρόλους. Το 1995 δημοσίευσε τη δεύτερη όπως είπαμε αυτοβιογραφία του «I Am Spock».Έχοντας αποσυρθεί εν πολλοίς από την υποκριτική, ο Νίμοϊ δεν εγκατέλειψε την ενεργό δράση: πλέον αγκάλιασε μια νέα καριέρα ως φωτογράφος, την ίδια ώρα που διακρίθηκε και για το φιλανθρωπικό του έργο. Ταυτοχρόνως, τα βρήκε με τον παντοτινό άσπονδο φίλο του Ουίλιαμ Σάτνερ, λειτουργώντας ως κουμπάρος στον γάμο του τελευταίου το 1997! Το 2002 κυκλοφόρησε το πρώτο του λεύκωμα («The Shekhina Project») και το 2007 ήρθε η δεύτερη και εξίσου προκλητική φωτογραφική δουλειά «The Full Body Project», παίζοντας με τη γύμνια και τα μεγέθη του γυναίκειου σώματος. Ταυτοχρόνως, συνέχισε να υποστηρίζει την έρευνα και την τέχνη μέσα από το ίδρυμά του Nimoy Foundation. Ο αγαπημένος ηθοποιός επέστρεψε στο κινηματογραφικό reboot του «Star Trek» το 2009, όταν υποδύθηκε τον Σποκ σε μια από τις ωραιότερες και πιο συγκινητικές στιγμές των τελευταίων χρόνων.
Μια σκηνή που περιγράφει δηλαδή περισσότερο ίσως από οτιδήποτε άλλο τους λόγους για τους οποίους ο Νίμοϊ ήταν κάτι παραπάνω από θρύλος, κάτι περισσότερο από μια ιδέα, ένας άνθρωπος από άλλο πλανήτη που έμαθε να ζει ανάμεσα στους θνητούς…Τον Φεβρουάριο του 2014, ο Λέοναρντ Νίμοϊ αποκάλυψε πως έπασχε από χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Έναν χρόνο αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2015, ο λατρεμένος ηθοποιός μπήκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο και μία εβδομάδα αργότερα πέθανε στο σπίτι του στο Λος Άντζελες: το ημερολόγιο έγραφε 27 Φεβρουαρίου 2015 και ήταν πια στα 83 χρόνια της ζωής του…
http://www.newsbeast.gr/
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου